Αγριελιά
Η Αγριελιά ή Ελιά η δασική (βοταν. Olea europaea var. oleaster ή Olea europaea var. sylvestris) είναι ποικιλία του δέντρου της ελιάς. Μακρόβιος [1] αειθαλής θάμνος μεγάλου μεγέθους ή μικρό δέντρο, ένα από τα κυρίαρχα φυτά των μεσογειακών θαμώνων και χαρακτηριστικό της μακίας βλάστησης. ΟνομασίεςΣτα κλασσικά χρόνια ονομαζόταν και Κότινος, όπως το στεφάνι από τα κλαδιά της με το οποίο στεφάνωναν τον νικητή στους ολυμπιακούς αγώνες της αρχαιότητας. Άλλες κοινές ονομασίες, που χρησιμοποιούνται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, είναι: Αγριλιός, Αγριλλός (Έλυμπος Καρπάθου), Αρκολιά, Γριλολιά, Κοσίνη, Κόστινος, Λευκάδα, Σκαντζογριλιός, [1] Αγρελιά, Αγρελίδι, Άγρελος, Αγριλιά. ΠεριγραφήΗ αγριελιά απαντάται αυτοφυής στη δασική ζώνη των αείφυλλων–πλατύφυλλων [2] και αποτελεί πληθυσμό με πολλές παραλλαγές.[3] Τα κλαδιά της είναι πολυάριθμα, μικρά και σκληρά, περισσότερο ή λιγότερο αγκαθωτά και αρκετά γωνιώδη [2] (στρεβλά). Ο κορμός είναι χοντρός, τραχύς, συχνά γυρτός, καμπύλος ή ελικοειδής. Σε σπάνιες περιπτώσεις υπεραιωνόβιων δέντρων, το ύψος της μπορεί να φτάσει μέχρι 15 μέτρα. [4] Ο φλοιός έχει το γκρι χρώμα της στάχτης και αρχικά, στα νεαρά δέντρα, είναι λείος. Με το πέρασμα των χρόνων δημιουργούνται εξογκώματα και γίνεται οζώδης. Τα φύλλα είναι μικρά και σκληρά, [5] με κοντούς μίσχους, διατεταγμένα αντίθετα, δερματώδη με λεία περιθώρια.[4] Έχουν σχήμα λογχοειδές ελλειπτικό, στρογγυλεμένο ή ωοειδές και το χρώμα τους στην επάνω πλευρά είναι πράσινο σκούρο. Η κάτω πλευρά του φύλλου φέρει μικρές, μη αδενικές πολυκύτταρες λεπιοειδείς τρίχες, [6] [7] οι οποίες, τοποθετημένες σε ακτινωτή μορφή σαν ομπρέλα, εμποδίζουν την εξάτμιση του νερού και δημιουργούν ένα μόνιμα υγρό στρώμα. Αυτές οι τρίχες προσδίδουν το αργυρόλευκο χρώμα στην κάτω πλευρά του φύλλου.[5] Η ανθοφορία διαρκεί περίπου τρεις μήνες, από τα μέσα της άνοιξης έως τις αρχές του καλοκαιριού — συνήθως από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο — ανάλογα µε τις καιρικές συνθήκες και την τοποθεσία. Τα άνθη είναι μικρά, λευκά ή υπόλευκα, εμφανίζονται σε αραιές βοτρυώδεις ταξιανθίες και παράγουν γύρη. Ο καρπός έχει σχήμα ωοειδές, με μέσο βάρος 1,14 γραμμάρια και είναι δρύπη, [8] δηλαδή σαρκώδης με ξυλώδες ενδοκάρπιο (κουκούτσι). Σε σύγκριση με τον καρπό της καλλιεργήσιμης ελιάς, είναι μικρότερος, με λιγότερη σάρκα, της οποίας η σχέση προς πυρήνα είναι 2,4:1. Η περιεκτικότητα του καρπού σε λάδι είναι φτωχή και κυμαίνεται από 10–20%.[3] Όταν μπολιαστεί με μόσχευμα από καρποφόρα ελιά, μετά από λίγα χρόνια, θα μετατραπεί σε καρποφόρο δέντρο το οποίο θα παράγει στο εξής κανονική ποσότητα και μέγεθος καρπού. Βοτανική ΤαξινόμησηΗ αγριελιά, όπως και η καλλιεργούμενη ήμερη ελιά, ανήκουν στο είδος Olea europaea L., του γένους Olea L., της υποοικογένειας Oleoideae, της οικογένειας των Ελαιίδων (ή Ελαιοειδών) (Oleaceae).[9]
Στη βιβλιογραφία υπάρχει ασυμφωνία μεταξύ των βοτανολόγων (βλέπε παρακάτω πίνακα) σχετικά με το αν η αγριελιά είναι ποικιλία του είδους Olea europaea ή ποικιλία του υποείδους Olea europaea subsp.europaea, οπότε η ονομασία της αντίστοιχα είναι:
Υπάρχουν επίσης οι παρακάτω βοτανολογικές ονομασίες, οι οποίες και στις δύο περιπτώσεις, αντίστοιχα, είναι συνώνυμες:
Η αρχική ονομασία Olea sylvestris δόθηκε από τον βοτανολόγο Φίλιπ Μίλερ (Philip Miller) το 1768.[12] Παραπομπές
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
|