Λεά Σεϊντού
Η Λέα Ελέν Σεϊντού-Φορνιέ ντε Κλοζόν (γαλλική γλώσσα: Léa Hélène Seydoux Fornier de Clausonne, 1 Ιουλίου 1985), γνωστή ως Λεά Σεϊντού, είναι Γαλλίδα ηθοποιός. Ξεκίνησε την καριέρα της στον γαλλικό κινηματογράφο, έγινε γνωστή από τότε που τιμήθηκε με το βραβείο Trophée Chopard το 2009 στο Φεστιβάλ Καννών, και την υποψηφιότητά της για το Βραβείο Σεζάρ της πολλά υποσχόμενης ηθοποιού για την ερμηνεία της στην ταινία "La belle personne". Έχει εμφανιστεί σε μεγάλες παραγωγές του Χόλυγουντ, όπως Άδωξοι Μπάσταρδη (2009), Ρομπέν των δασών (2010), Μεσάνυχτα στο Παρίσι (2011) και Επικίνδυνη αποστολή - Πρωτόκολλο: Φάντασμα (2011). Ήταν υποψήφια για Βραβείο Σεζάρ στην ταινία Αντίο, Βασίλισσά μου (2012). Το 2013 βραβεύτηκε με Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών, για την ταινία Η Ζωή της Αντέλ, μαζί με τη συμπρωταγωνίστριά της Αντέλ Εξαρχόπουλος και τον σκηνοθέτη της ταινίας Αμπντελατίφ Κεσίς. To 2014 ήταν υποψήφια για βραβείο BAFTA και Βραβείο Σεζάρ. Την ίδια χρονιά πρωταγωνίστησε στην ταινία Η Πεντάμορφη Και Το Τέρας, Ξενοδοχείο Grand Budapest και Saint Laurent. Εμφανίστηκε στις ταινίες Ο Αστακός και Diary of a Chambermaid, που κυκλοφόρησαν το 2015. Παιδικά χρόνιαΗ Λέα Σεϊντού γεννήθηκε το 1985, είναι κόρη του επιχειρηματία Ανρί Σεϊντού και της φιλανθρώπου Βαλερί Σλουμπέργκερ. Γεννήθηκε στο Παρίσι, στο 16ο διαμέρισμα του Παρισιού, αλλά μεγάλωσε στο Σεν-Ζερμέν-ντε-Πρε στο 6ο διαμέρισμα. Έχει 5 νεότερα αδέλφια, και μία μεγαλύτερη αδελφή, την Καμίγ, που δουλεύει ως στυλίστριά της..[3] Οι γονείς της έχουν καταγωγή από Γερμανία. Ο πατέρας της είναι δισέγγονο του επιχειρηματία και εφευρέτη Μαρσέλ Σλουμπέργκερ, ενώ η μητέρα της είναι εγγονή του αδερφού του Μαρσέλ, Μορίς Σλουμπέργκερ.[4][5] Οι γονείς της Σεϊντού είχαν χωρίσει όταν εκείνη ήταν 3 ετών και ήταν συχνά μακριά της,[6] με τη μητέρα της στην Αφρική και τον πατέρα της μακριά για επαγγελματικούς λόγους. Αυτό σε συνδυασμό με τη μεγάλη οικογένεια, την ώθησαν να δηλώσει: "ένιωθα χαμένη μέσα στο πλήθος... Ήμουν πολύ μοναχική ως παιδί. Στ' αλήθεια είχα το αίσθημα ότι ήμουν ορφανή".[7] Μέσω της συμμετοχή της οικογένειάς της στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και της ψυχαγωγίας, η Σεϊντού μεγάλωσε σε επαφή με εξέχοντες καλλιτέχνες, όπως η φωτογράφος Ναν Γκόλντιν, οι μουσικοί Λου Ριντ και Μικ Τζάγκερ και ο σχεδιαστής υποδημάτων Κριστιάν Λουμπουτέν.[7] Για έξι χρόνια, πήγαινε στην καλοκαιρινή κατασκήνωση στην Αμερική, με εντολή του πατέρα της, επειδή ήθελε να μάθει να μιλά Αγγλικά.[8][9] Είχε μια αυστηρή προτεσταντική ανατροφή[10], παρόλο που είναι άθεη.[11] Δεν υπήρχαν ηθοποιοί στην οικογένειά μου. Ήμουν η πρώτη. Όταν αποφάσισα να γίνω ηθοποιός, ήταν επιλογή μου. Οι άνθρωποι γύρω μου είπαν όχι, αλλά το έκανα. Ήμουν σε θέση να κάνω αυτό που ήθελα, αλλά δεν ήταν λογικό.
— Η Σεϊντού είχε απορρίψει προτάσεις στους πρώτους ρόλους που είχε κερδίσει, λόγω των διασυνδέσεων της οικογένειάς της.[6] Η οικογένεια Σεϊντού είναι ευρέως γνωστή στη Γαλλία. Ο παππούς της, Ζερόμ Σεϊντού, είναι ο πρόεδρος της Παρθέ,[12] ο θείος της, Νικολά Σεϊντού, είναι ο πρόεδρος της Gaumont Film Company[12], ο άλλος θείος της, Μισέλ Σεϊντού, είναι παραγωγός του κινηματογράφου, είναι σήμερα ο πρόεδρος της λέσχης ποδοσφαίρου της Λιλ και ο πατέρας της είναι διευθύνων σύμβουλος της γαλλικής εταιρεία ασύρματης τηλεφωνίας Parrot.[7] Παρά τις διάφορες διασυνδέσεις της οικογένειας Σεϊντού, δεν έδειξαν ενδιαφέρον για την κινηματογραφική της καριέρα και δεν την βοήθησαν.[6][7] Σαν παιδί, δεν είχε καμία επιθυμία για την υποκριτική. Ήθελε να γίνει τραγουδίστρια της όπερας[11][13], σπουδάζοντας μουσική στο Κονσερβατόριο του Παρισιού.[14] Η μητέρα της Βαλερί Σλουμπέργκερ είναι πρώην ηθοποιός που έγινε φιλάνθρωπος και ιδρυτής της μπουτίκ CSAO (Compagnie d'Afrique du Sénégal et de l'Afrique de l'ouest), το οποίο προωθεί το έργο των Αφρικανών καλλιτεχνών. Η Σεϊντού κάποτε εργαζόταν ως μοντέλο για τη γραμμή κοσμημάτων Jokko. Η Σλουμπέργκερ, η οποία έζησε στη Σενεγάλη ως έφηβη, είναι επίσης ιδρυτής των φιλανθρωπικών οργανώσεων ASAO (Association pour le Sénégal et l'Afrique de l'Ouest) και της Empire des enfants, ένα κέντρο για τα άστεγα παιδιά στο Ντακάρ, στο οποίο η Σεϊντού είναι «νονά» του.[7][11] Η Σεϊντού περιγράφει τον εαυτό της στα νεανικά χρόνια ως κορίτσι με ελαφρώς ατημέλητα κοντά μαλλιά, που την θεωρούσαν λίγο περίεργη: "Αν και ήμουν συμπαθής στον κόσμο, πάντα ένιωθα κάπως απροσάρμοστη."[10] Ανησυχεί ακόμα, ως ενήλικη, για την συστολή της και παραδέχτηκε πως είχε κρίση άγχους κατά τη διάρκεια του φεστιβάλ των Καννών του 2009.[15] Καριέρα2006-2007Η Σεϊντού έχει δηλώσει ότι όταν ήταν μικρή ήθελε να γίνει τραγουδίστρια της όπερας, σπουδάζοντας μουσική στο Conservatoire de Paris, αλλά τελικά η ντροπαλότητά της την ανάγκασε να εγκαταλείψει αυτή την ιδέα.[16][17] Στην ηλικία των δεκαοκτώ ετών αποφάσισε να γίνει ηθοποιός.[18] Ένας από τους φίλους της ήταν ηθοποιός: "Βρήκα τη ζωή του υπέροχη", σκέφτηκα, 'Θεέ μου, μπορείς να ταξιδέψεις, είσαι ελεύθερος, μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις, εσύ είσαι το αφεντικό.'"[8][19] Στη συνέχεια ερωτεύτηκε έναν ηθοποιό και αποφάσισε να γίνει ηθοποιός για να τον εντυπωσιάσει.[8] Έχει παρακολουθήσει μαθήματα υποκριτικής στη Γαλλική δραματική σχολή Les Enfants Terribles,[12] και το 2007 πήρε περαιτέρω κατάρτιση στο Στούντιο ηθοποιών της Νέας Υόρκης. Το 2005, η Σεϊντού εμφανίστηκε στο μουσικό βίντεο του Ραφαέλ Αρός στο τραγούδι "Ne Partons Pas Fâches". Κατά το επόμενο έτος, η Σεϊντού έπαιξε τον πρώτο της μεγάλο ρόλο στην οθόνης ως μία από τους κύριους χαρακτήρες στο Mes Copines. Πρωταγωνίστησε στην ταινία μικρού μήκους του Νικολά Κλοτζ, La Consolation, που προβλήθηκε το 2007 στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών.[20] Αυτά τα χρόνια, έκανε και την πρώτη δουλειά της ως μοντέλο για την American Apparel, ποζάροντας για την καμπάνια τους Pantytime,[21] και είχε ένα ρόλο στις ταινίες 13 French Street και το 'Une vieille maîtresse'.[16] 2008-2012Η Σεϊντού για πρώτη φορά τράβηξε την προσοχή το 2008,[22] όταν εμφανίστηκε στην ταινία του Κριστόφ Ανόρ, The Beautiful Person, ένα ρόλο που της χάρισε το 2009 το βραβείο Trophée Chopard από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών για την «Καλύτερη Ανερχόμενη Ηθοποιό» και μια υποψηφιότητα για Βραβείο Σεζάρ για την πολλά υποσχόμενη ηθοποιό.[16] Το 2009 είχε ένα σημαντικό ρόλο στη ταινία της Τζέσικα Χάουσνερ Προσκύνημα Στη Λούρδη[16], και ένα μικρό ρόλο στην πρώτη χολυγουντιανή της ταινία, του Κουέντιν Ταραντίνο, Άδωξοι Μπάσταρδη. Το 2010 πρωταγωνίστησε μαζί με τον Ράσελ Κρόου στην ταινία του Ρίντλεϊ Σκοτ, Ρομπέν των Δασών, παίζοντας την Ισαβέλλα του Ανγκουλέμ. Άλλα έργα της το 2010 περιλαμβάνουν την ταινία του Λουί Γκαρέλ, Petit tailleur και της Ρεμπέκα Ζλοτόφσκι, Belle Épine, με την οποία κέρδισε την δεύτερη υποψηφιότητα της για Βραβείο Σεζάρ της ανερχόμενης ηθοποιού. Η Σεϊντού έκανε οντισιόν για να παίξει το ρόλο της Λίσμπεθ Σαλάντερ στην ταινία Το Κορίτσι με το Τατουάζ, αλλά ο ρόλος κατέληξε τελικά στην ηθοποιό Ρούνι Μάρα.[17] Η Σεϊντού δήλωσε σε μια συνέντευξη:. "Ήμουν αναστατωμένη, αλλά δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να κάνω κάτι για να πάρω εκείνο τον ρόλο. Ήταν τελείως ενάντια στην φύση μου. Δούλεψα σκληρά, αλλά η Λίσμπεθ ήταν σχεδόν ανορεξική. Δεν ήμουν έτσι."[10] Η Σεϊντού επελέγη ωστόσο να παίξει την Γκαμπριέλ στην ταινία Μεσάνυχτα στο Παρίσι, του Γούντι Άλλεν, τον οποίο αποκαλεί έναν από τους αγαπημένους της σκηνοθέτες όλων των εποχών. Δεν υπήρχε κάστινγκ - στον Άλλεν δόθηκαν εικόνες από τρεις Γαλλίδες ηθοποιούς και από όλες επέλεξε την Σεϊντού.[10][12] Το 2011 συμμετείχε σε μια άλλη παραγωγή του Χόλυγουντ, το Επικίνδυνη αποστολή - Πρωτόκολλο: Φάντασμα'', στην οποία έπαιξε τη δολοφόνο Σαμπίν Μωρό μαζί με τους Τομ Κρουζ, Τζέρεμι Ρένερ και Βλαντίμιρ Μασκόφ. Μετά την ταινία αυτή, η Σεϊντού επέστρεψε στο γαλλικό κινηματογράφο, πρωταγωνίστρια στο Le Roman de Ma Femme και Roses à Crédit το 2011, και το Αντίο, βασίλισσά μου και Η Αδελφή μου το 2012. Επίσης το 2012, η Σεϊντού έπαιξε στην ταινία Η Ζωή της Αντέλ του Αμπντελατίφ Κεσίς και στο Grand Central της Ρεμπέκα Ζλοτόφσκι, οι οποίες προβλήθηκαν στο Φεστιβάλ των Καννών. Για την ερμηνεία της στην ταινία Η Ζωή της Αντέλ βραβεύτηκε με Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών, μαζί με τη συμπρωταγωνίστριά της Αντέλ Εξαρχόπουλος και τον σκηνοθέτη της ταινίας Αμπντελατίφ Κεσίς. Ήταν η δεύτερη φορά στο θεσμό που γυναίκα δέχεται αυτό το βραβείο. 2013-σήμεραΤο 2013, η Σεϊντού ήταν υποψήφια για την καλύτερη ηθοποιό στα 38ο Βραβεία Σεζάρ για τον ρόλο της ως Σιντονί Λαμπόρντ στην ταινία του Μπενουά Ζακό, Αντίο, βασίλισσά μου. Αργότερα εκείνο το έτος στις Κάννες, το έργο Η ζωή της Αντέλ κέρδισε Χρυσό Φοίνικα με κριτική επιτροπή επικεφαλής τον Στίβεν Σπίλμπεργκ. Το 2014, η Σεϊντού κέρδισε το βραβείο καλύτερης ηθοποιού στα βραβεία Prix Lumières για τον ρόλο της στην ταινία Η ζωή της Αντέλ και Grand Central. Ήταν επίσης υποψήφια για τα βραβεία BAFTA. Η Σεϊντού συμπρωταγωνίστησε με τον Βενσάν Κασέλ στην Πεντάμορφη Και Το Τέρας, μια ρομαντική ταινία φαντασίας σε σκηνοθεσία Κριστόφ Γκαν. Άλλες ταινίες της το 2014 είναι οι: Ξενοδοχείο Grand Budapest και Saint Laurent. Εργασία ως μοντέλοΗ Σεϊντού έχει εργαστεί ως μοντέλο για πολλά περιοδικά και εμπορικά σήματα, αλλά βλέπει τον εαυτό της "πάντα ως ηθοποιό"[14] και όχι ως μοντέλο.[13][23] Συμμετείχε στην τηλεοπτική διαφήμιση της Λεβάι "Dangerous Liaison", και έχει συμμετάσχει σε εκδοτικούς οίκους φωτογραφίας, συμπεριλαμβανομένων των Vogue Paris, American Vogue, Numéro, L'Officiel, CRASH, Another Magazine και το περιοδικό W. Η Σεϊντού διαφήμισε το 2012 γραμμή Prada, και είναι το πρόσωπο της καμπάνιας του 2013 (σκηνοθεσία Γουές Άντερσον και Ρόμαν Κόπολα) για τα αρώματα Prada Candy και Prada Candy L'Eau.[12][24][25] Ήταν το πρόσωπο το 2013 στην καμπάνια για τη γαλλική γραμμή κοσμημάτων Didier Dubot και εμφανίστηκε σε Rag & bone το 2013 στην καμπάνια με τον Μάικλ Πιτ.[26][27] Εμφανίστηκε επίσης γυμνή στο γαλλικό ανδρικό περιοδικό Lui.[6] Επιπλέον, η Σεϊντού και η συμπρωταγωνίστριά της Αντέλ Εξαρχόπουλος εμφανίστηκαν το 2014 στην καμπάνια Miu Miu.[28] Φιλμογραφία
Παραπομπές
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
|