Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν.Μπορείτε να βοηθήσετε προσθέτοντας την κατάλληλη τεκμηρίωση. Υλικό που είναι ατεκμηρίωτο μπορεί να αμφισβητηθεί και να αφαιρεθεί.
Η σήμανση τοποθετήθηκε στις 04/08/2018.
Οι νομοί της Ελλάδας είναι μια καταργημένη βαθμίδα της ελληνικήςδημόσιας διοίκησης (1833-2010), ωστόσο συνεχίζει να αναφέρεται στον προφορικό λόγο ως γεωγραφικός προσδιορισμός. Αποτελούσε Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου και αρμοδιότητά της ήταν η διοίκηση των τοπικών ζητημάτων σε επίπεδο νομού. Από την 1η Ιανουαρίου2011, οπότε τέθηκε σε ισχύ το πρόγραμμα Καλλικράτης του Ν. 3852/2010, οι νομαρχιακές αυτοδιοικήσεις καταργήθηκαν και αντικαταστάθηκαν (με μετονομασία ή διάσπαση) από τις Περιφερειακές ενότητες.
Μέχρι το 2010 σε κάθε νομό αντιστοιχούσε ένας δευτεροβάθμιος οργανισμός τοπικής αυτοδιοίκησης (νομός), με εξαίρεση την Αττική. Ωστόσο στους νομούς δεν συμπεριλαμβανόταν το Άγιο Όρος, το οποίο ορίζεται ως «Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία» ευρισκόμενη εντός της χώρας, αλλά υπαγόμενη σε ειδικό καθεστώς.
Ιστορική εξέλιξη
Οι νομαρχίες εισήχθησαν με τη διοικητική μεταρρύθμιση της Αντιβασιλείας (1833) ως ενδιάμεσο επίπεδο διοίκησης ανάμεσα στους αμιγώς τοπικούς θεσμούς (δήμοι - επαρχίες) και την κυβέρνηση. Συγκεκριμένα ο καινοτόμος αυτός θεσμός της νομαρχίας καθορίστηκε από την Κυβέρνηση Μαυροκορδάτου, στους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης της χώρας από την Αντιβασιλεία μετά την άφιξη του Βασιλέα Όθωνα στην Ελλάδα. Με βάση την τότε νέα διοικητική διαίρεση, που τέθηκε σε εφαρμογή με το Βασιλικό Διάταγμα του Απριλίου του 1833,[1] η επικράτεια του Ελληνικού Βασιλείου χωρίσθηκε σε δέκα νομούς - νομαρχίες και 47 επαρχίες. Επικεφαλής της κάθε νομαρχίας ήταν ο νομάρχης, ανώτερο διοικητικό όργανο στη διοικητική διεύθυνση του νομού, με υπαγόμενες επαρχίες και δήμους, τα καθήκοντα του οποίου ορίσθηκαν με το από 25 Απριλίου του 1833 Βασιλικό Διάταγμα «Περί της αρμοδιότητας των νομαρχών και περί της κατά τας νομαρχίας υπηρεσίας». Τη διαίρεση αυτή ακολούθησε στη συνέχεια και η διοικητική σύσταση αναγνώριση ισάριθμων μητροπόλεων με εξαίρεση εκείνη της Μάνης (Γυθείου).
Πρώτοι νομάρχες του Βασιλείου της Ελλάδος, που ορίστηκαν με την παραπάνω νομοθεσία ήταν ξεκινώντας από τη νομαρχία πρωτεύουσας, οι: Φραγκίσκος Μαύρος (Αργολίδος και Κορινθίας), Γεώργιος Γλαράκης (Αχαΐας και Ήλιδος), Κωνσταντίνος Ζωγράφος (Αρκαδίας), Δημήτριος Χρηστίδης (Μεσσηνίας), Ανδρέας Μεταξάς (Λακωνίας), Αναγνώστης Μοναρχίδης (Ακαρνανίας και Αιτωλίας), Ιωάννης Αμβροσιάδης (Φωκίδος και Λοκρίδος), Μ. Σχινάς (Αττικής και Βοιωτίας), Γεώργιος Αινιάν (Εύβοιας), και τέλος Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός (Κυκλάδων).
Οι νομαρχίες καταργήθηκαν προσωρινά από νέα μεταρρύθμιση τρία χρόνια αργότερα, επανασυστάθηκαν όμως το 1845 με το Νόμο ΚΕ'.
Στον ενάμιση αιώνα που ακολούθησε, ο αριθμός, οι περιοχές και τα αντικείμενα αρμοδιότητάς τους συχνά άλλαζαν, ακολουθώντας τις αντίστοιχες γεωγραφικές και δημογραφικές μεταβολές. Όμως ο δομικός χαρακτήρας τους παρέμενε ίδιος: τοπικοί βραχίονες της κεντρικής εξουσίας, αφού η τελευταία διόριζε άμεσα ή έμμεσα τα όργανά τους. Η πρώτη (και τελευταία) ουσιαστική μεταβολή του χαρακτήρα τους έγινε το 1994 με το Ν. 2218 της κυβέρνησης Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος θέσπισε την εκλογή του νομάρχη και του συμβουλίου με άμεση καθολική ψηφοφορία, μετατρέποντας το θεσμό σε πλήρως αιρετό δευτεροβάθμιο οργανισμό τοπικής αυτοδιοίκησης. Λόγω αυτού, οι νομαρχίες μετονομάστηκαν επισήμως σε Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις, αν και στην καθημερινή γλώσσα συνέχισαν να αποκαλούνται με την παλαιά ονομασία τους.
Οργάνωση
Οι νομαρχίες για δεκαέξι χρόνια (1994-2010) διοικούνταν από νομαρχιακό συμβούλιο που καταρτιζόταν από 21 έως 37 μέλη, με επικεφαλής τον νομάρχη και προεδρεύοντα τον πρόεδρο του Νομαρχιακού συμβουλίου. Επίσης υπήρχε και η Νομαρχιακή Επιτροπή, αποτελούμενη από τον Νομάρχη και τον αντινομάρχη που διοριζόταν από τον πρώτο και αποτελούταν από 4 έως 6 μέλη, εκλεγμένα από το Νομαρχιακό Συμβούλιο.
Παρεμφερείς μορφές
Νομαρχίες μικρότερες από νομό: Λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης πληθυσμού στο Νομό Αττικής, αυτός συχνά διαιρείτο σε περισσότερες της μίας νομαρχίες.
Υπερνομαρχία: Επρόκειτο για λίγα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου που συστάθηκαν την περίοδο της αιρετής νομαρχιακής αυτοδιοίκησης και περιελάμβαναν περισσότερες από μία νομαρχίες. Τυπικά οι κατά τόπους νομαρχίες διατηρούσαν την αυτοτέλειά τους, όμως ουσιαστικά τα όργανά τους εκλέγονταν σε υπερνομαρχιακό επίπεδο. Υπερνομαρχίες συστάθηκαν στο Λεκανοπέδιο Αθηνών (συμπεριελάμβαναν τις νομαρχίες Αθηνών - Πειραιά) και στην Ανατολική Μακεδονία - Θράκη (μία για Δράμα - Καβάλα - Ξάνθη και μία για Ροδόπη - Έβρο). Οι δύο τελευταίες είχαν δεχτεί μάλιστα έντονες επικρίσεις, ότι συγκροτήθηκαν με σκοπό να αποτραπεί η εκλογή νομαρχών από τη μουσουλμανική μειονότητα σε Ξάνθη και Ροδόπη.
Κατάλογος
Οι 54 Νομαρχίες
Οι νομαρχίες της Ελλάδας όπως είχαν διαμορφωθεί τελευταία ήταν:
Αρχικά αποτελούνταν από τις έξι επαρχίες Μεσολογγίου, Βονίτσης, Ναυπακτίας, Ζητουνίου (Τριχωνίδος), Ευρυτανίας και Αμφιλοχίας (Βάλτου). Ο νομός αρχικά περιελάμβανε ως τμήμα του και τον σημερινό νομό Ευρυτανίας, αποτελώντας αρχικά την επαρχία Ευρυτανίας. Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα που αναφέρονται παραπάνω, ο νομός δεν χώρισε ποτέ σε δύο νομούς, έτσι είναι ο μόνος νομός που έμεινε στην ιστορία με ένα σύνθετο όνομα. Ο νομός Αιτωλοακαρνανίας πήρε την ονομασία του από τις αρχαίες περιοχές Αιτωλία (η οποία καταλάμβανε τα νότια του νομού) και Ακαρνανία (η οποία καταλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος του νομού). Πρωτεύουσα του Νομού Αιτωλίας & Ακαρνανίας, ορίστηκε το Μεσολόγγι, για τις θυσίες των κατοίκων στην Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Αρχικά αποτελούνταν από τις έξι επαρχίες Αττικής, Πειραιώς, Μεγαρίδος, Θηβών, Λεβαδέων (Λεβαδείας) και Αιγίνης. Οι νομοί Αττικής και Βοιωτίας αποτέλεσαν για συναπτά έτη τον Νομό Αττικής & Βοιωτίας. Πρωτεύουσα του Νομού Αττικής & Βοιωτίας, ορίστηκε η Αθήνα, καθαρά για ιστορικούς και πολιτιστικούς λόγους.
Αρχικά αποτελούνταν από τις τέσσερις επαρχίες Φθιώτιδος, Λοκρίδος, Δωρίδος και Σαλώνων (Παρνασσίδος). Ο νομός αυτός αρχικά δεν περιελάμβανε αρχικά την επαρχία Δομοκού, η οποία μέχρι τότε ήταν μέρος της Θεσσαλίας, υπό οθωμανική κυριαρχία μέχρι το 1881. Η περιοχή σήμερα αποτελεί τον δήμο Δομοκού του νομού Φθιώτιδας που έγινε μόνο ένα μέρος του ελληνικού κράτους γενικότερα, και της Φθιώτιδας, ιδίως, μετά την προσάρτηση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα το 1881. Πρωτεύουσα του Νομού Φωκίδος & Λοκρίδος, ορίστηκε η Άμφισσα (τότε Σάλωνα), για τις θυσίες των κατοίκων στην Ελληνική Επανάσταση του 1821.
Οι νομοί Κορινθίας και Αργολίδας αποτέλεσαν για συναπτά έτη τον νομό Αργολίδος & Κορινθίας, που ως νομός Αργολίδας περιλάμβανε τα νησιά του Αργοσαρωνικού που ήταν η επαρχία Τροιζηνίας (Πόρος, Γαλατάς, Μέθανα, Σπέτσες και Ύδρα) τα οποία αργότερα εντάχθηκαν στον νομό Αττικής. Η πρωτεύουσα του νομού ήταν το Ναύπλιο που ήταν τότε η πρώτη πρωτεύουσα του σύγχρονου ελληνικού κράτους (1828-1834), πριν από την κίνηση του βασιλιά Όθωνα να μεταφέρει την πρωτεύουσα οριστικά στην Αθήνα.
Είναι ο μόνος νομός στην ιστορία του ελληνικού κράτους ο οποίος μέχρι σήμερα έχει την έκταση του από την ανεξαρτησία αμετάβλητη. Από το 2011 με το πρόγραμμα Καλλικράτης, αποτελεί την Περιφερειακή Ενότητα Αρκαδίας.
Με τη Διοικητική διαίρεση της Ελλάδας του 1845 ξαναδημιουργήθηκαν οι 10 νομοί που είχαν ιδρυθεί με τη Διοικητική διαίρεση της Ελλάδας του 1833, ενώ οι επαρχίες από 42 έγιναν 49 (7 παραπάνω).
Ο νομός αυτός αποτελούνταν από τους νομούς Φθιώτιδας και Φωκίδας οι οποίοι αποτέλεσαν τον νομό Φωκίδος & Φθιώτιδος (το διάστημα 1833-1836 είχε επανασυσταθεί ως νομός Φωκίδος & Λοκρίδος).
1864
Το 1864 προσαρτήθηκαν επισήμως στην Ελλάδα τα Επτάνησα και στις 8 Δεκεμβρίου του 1864 διαιρέθηκαν σε τέσσερις νομούς (Κέρκυρας, Κεφαλληνίας, Λευκάδος και Ζακύνθου), αλλά μετά από δυο χρόνια, με τον νόμο ΡΜΓ΄ του 1866, και άλλα δυο, με τον ΣΡΞ΄ του 1868, τα Κύθηρα λόγω τεράστιας γεωγραφικής απόστασης από τα υπόλοιπα Επτάνησα υπάχθηκαν στον Νομό Αργολίδος & Κορινθίας ενώ τα υπόλοιπα Επτάνησα χωρίστηκαν μέχρι το 1899 σε τρεις νομούς, Κέρκυρας, Κεφαλληνίας (υπάχθηκε στον νομό ο Νομός Λευκάδος) και Ζακύνθου.
Περιελάμβανε αρχικά τα νησιά Ζάκυνθος, Στροφάδες (επαρχία Ζακύνθου), Κύθηρα και Αντικύθηρα (επαρχία Κυθήρων). Ωστόσο τα νησιά Κύθηρα και Αντικύθηρα μετά την ενσωμάτωση των Επτανήσων στην Ελλάδα, γνώρισαν συνεχείς διοικητικές μεταβολές. Το 1866, αποσπάστηκαν από το Νομό Ζακύνθου, και ενσωματώθηκαν στον νομό Λακωνίας, στον οποίο παρέμειναν μέχρι το 1868. Τη χρονιά αυτή τα δυο νησιά ενσωματώθηκαν στον νομό Αργολιδοκορινθίας όπου παρέμεινε μέχρι το 1899, όταν διασπάστηκε ο νομός. Με τη διοικητική διαίρεση του 1899, η επαρχία ενσωματώθηκε στον νεοσύστατο νομό Λακωνικής ο οποίος καταργήθηκε οριστικά δέκα χρόνια μετά το 1909 και τα Κύθηρα μαζί με τα Αντικύθηρα ενσωματώθηκαν και πάλι στον νομό Αργολιδοκορινθίας, ο οποίος ανασυγκροτήθηκε. Το 1929 τα νησιά αποσπάστηκαν οριστικά από την Αργολιδοκορινθία και ενσωματώθηκαν στον νομό Αττικής. Από το 1964 μέχρι το 1972 έγιναν μέρος του νομού Πειραιώς και μετά την κατάργησή του έγιναν πάλι μέρος του νομού Αττικής.
Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων. Ενώθηκε με την υπόλοιπη Ελλάδα με τη Συνθήκη του Λονδίνου που υπογράφηκε στις 29 Μαρτίου 1864.
Περιελάμβανε αρχικά τα νησιά Κέρκυρα, Διαπόντια νησιά (επαρχία Κερκύρας), Παξοί και Αντίπαξοι (επαρχία Παξών). Κατά τον 19ο αιώνα παραχωρήθηκε στην Ελλάδα ως τμήμα των Ιονίων νήσων και η νήσος Σάσων που ήταν τμήμα των Διαπόντιων νησιών. Από το 1869 έως το 1912 οι Οθωνοί, το Μαθράκι και η Ερεικούσσα σχημάτιζαν τον δήμο Διαποντίων με τους Οθωνούς ως πρωτεύουσα του δήμου.
Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων. Ενώθηκε με την υπόλοιπη Ελλάδα με τη Συνθήκη του Λονδίνου που υπογράφηκε στις 29 Μαρτίου 1864.
Περιελάμβανε αρχικά τα νησιά Λευκάδα, Κάλαμος, Καστός, παρακείμενες νησίδες (επαρχία Λευκάδος), Ιθάκη και τις Εχινάδες (επαρχία Ιθάκης). Ωστόσο τα νησιά Ιθάκη και Εχινάδες αποσπάστηκαν αργότερα και ενσωματώθηκαν στον νομό Κεφαλληνίας.
Ηνωμένον Κράτος των Ιονίων Νήσων. Ενώθηκε με την υπόλοιπη Ελλάδα με τη Συνθήκη του Λονδίνου που υπογράφηκε στις 29 Μαρτίου 1864.
Αρχικά αποτελούνταν από τις επαρχίες Άρτης και (μετέπειτα καταργηθείσα) Τζουμέρκων. Η περιοχή της Άρτας ανέκτησε την ανεξαρτησία της με τη συνθήκη του Βερολίνου το 1881, όμως η περιοχή του κάμπου παρέμεινε υπό Τουρκική κατοχή, μέχρι το 1912. Το 1883 δημιουργήθηκε ο ομώνυμος νομός, ο οποίος δεν είχε αρχικά τη σημερινή μορφή του, αλλά τη μισή έκταση του, ενώ αντίστοιχα περιελάμβανε αρχικά και ένα μικρό μέρος του νομού Ιωαννίνων, έως τότε με τα σύνορα του Ελληνικού κράτους να φτάνουν ως τον Καλαρρύτικο ποταμό, ελευθερώνονται και οι Καλαρρύτες το 1881. Στα πλαίσια της οργάνωσης του ελεύθερου κράτους, η κοινότητα των Καλαρρυτών μαζί με το Ματσούκι γίνεται ένας από τους τέσσερις δήμους της επαρχίας Τζουμέρκων του νομού Άρτης. Ο νομός Άρτης πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ονομάζονταν Αμβρακία.
Αρχικά αποτελούνταν από τις επτά επαρχίες Λαρίσσης, Παγασών (έδρα ο Βόλος), Τυρνάβου, Παλαιοφαρσάλου (έδρα τα Φάρσαλα), Αγιάς, Αλμυρού και Δομοκού. Η περιοχή της Ελασσόνας παρέμεινε υπό Τουρκική κατοχή, μέχρι το 1912. Αρχικά η περιοχή του Δομοκού εντάχθηκε στον νομό Λαρίσης η οποία απελευθερώθηκε. Το 1899 εντάχθηκε στον νομό Φθιώτιδας στον οποίο παρέμεινε μέχρι το 1909. Την περίοδο 1909-1911 επανήλθε στον νομό Λάρισας και από το 1911 επανεντάχθηκε οριστικά στον νομό Φθιώτιδας. Προσαρτήθηκε στην Ελλάδα το 1881 μετά τη συμφωνία της Κωνσταντινούπολης με την οποία τα ελληνικά σύνορα επεκτάθηκαν στη γραμμή Ολύμπου - Άραχθου και ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα η Θεσσαλία και ένα τμήμα της Ηπείρου. Ο νομός Λαρίσης πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ονομάζονταν Πελασγιώτιδα.
Αρχικά αποτελούνταν από τις επαρχίες Τρικκάλων (Τρικάλων), Καλαμπάκας και Καρδίτσης. Ο νομός Τρικκάλων πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ονομάζονταν Εστιαιώτιδα.
Ο νομός Αττικοβοιωτίας, διαλύθηκε και δημιουργήθηκαν οι δύο ξεχωριστοί νομοί Αττικής και Βοιωτίας. Πρωτεύουσα του Νομού Αττικής, ορίστηκε η Αθήνα, η οποία ήταν πρωτεύουσα της Αττικοβοιωτίας, ενώ πρωτεύουσα του Νομού Βοιωτίας, ορίστηκε η Λιβαδειά.
Ο νομός Φθιωτιδοφωκίδας διαλύθηκε και δημιουργήθηκαν οι δύο ξεχωριστοί νομοί Φθιώτιδας (με πρωτεύουσα του νομού τη Λαμία, η οποία ήταν μέχρι τότε της Φθιωτιδοφωκίδας) και Φωκίδας (με πρωτεύουσα του νομού την Άμφισσα, η οποία ήταν η πρωτεύουσα του Νομού Λοκρίδος & Φωκίδος).
Με τη διοικητική διαίρεση της Ελλάδας 1912 με την εφαρμογή του νόμου ΔΝΖ΄ «Περί Δήμων και Κοινοτήτων». Στη συνέχεια ακολούθησαν νέες αποφάσεις και νέοι νόμοι (για παράδειγμα το 1912 για αναγνώριση κοινοτήτων που υλοποίησαν και οργάνωσαν τη διοικητική διαίρεση, λαμβάνοντας υπόψη και τις εδαφικές αλλαγές της Ελλάδας, με την προσάρτηση της Ηπείρου, της Κρήτης, της Μακεδονίας και των βορείων νησιών του Αιγαίου στην Ελλάδα:
Με την Συνθήκη Βουκουρεστίου το 1913, η Ελλάδα εκκένωσε τη νήσο Σάσωνα (η οποία ανήκε στον νομό αυτό) και το 1914 το νησί προσαρτήθηκε οριστικά με νόμο στην Αλβανία, ενώ το 1915 το νησί αυτό είναι πλέον χωρίς κατοίκους.
Ο Νομός Μαγνησίας το 1909, διαλύθηκε και τα Ηπειρωτικά τμήματα του (Βόλος, Αλμυρός και Πήλιο) ενσωματώθηκαν ξανά στον Νομό Λαρίσης, ενώ τα νησιωτικά τμήματα του (Σποράδες), ενσωματώθηκαν ξανά στον Νομό Ευβοίας.
Το 1912 ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε και τις περιοχές της Ελασσόνας και της Δεσκάτης και εντάσσονται και αυτές οι περιοχές στον νομό και δημιουργείται η επαρχία Ελασσόνας, ενώ το 1913, με την Προσάρτηση της Ηπείρου και της Μακεδονίας στο Ελληνικό κράτος, ο νομός Λαρίσης έπαψε να είναι πλέον ακριτικός νομός (που ήταν με την Συνοριακή Γραμμή Ολύμπου - Αράχθου) και έγινε νομός της Κεντρικής (πλέον) Ελλάδας.
Ο Νομός Καρδίτσης το 1909, ενσωματώθηκε ξανά στον Νομό Τρικάλων.
Το 1913, με την Προσάρτηση της Ηπείρου και της Μακεδονίας στο Ελληνικό κράτος, ο νομός Τρικάλων έπαψε να είναι πλέον ακριτικός νομός (που ήταν με την Συνοριακή Γραμμή Ολύμπου - Αράχθου) και έγινε νομός της Κεντρικής (πλέον) Ελλάδας.
Αρχικά αποτελούνταν από τις επτά επαρχίες Δωδώνης (έδρα τα Ιωάννινα), Κονίτσης, Μετσόβου, Πωγωνίου (έδρα το Δελβινάκι), Θυάμιδος (έδρα η Ηγουμενίτσα), Σουλίου (έδρα η Παραμυθιά) και Φιλιατών. Το Πωγώνι μοιράστηκε με την Συνθήκη Βουκουρεστίου μεταξύ της Ελλάδας και του τότε νεοσύστατου κράτους της Αλβανίας, με τα περισσότερα χωριά της περιοχής να υπάγονται στην Ελλάδα.
Ο νομός Ιωαννίνων, αρχικά περιελάμβανε το μεγαλύτερο μέρος του σημερινού νομού Θεσπρωτίας, και ήταν τότε σε έκταση ένας από τους μεγαλύτερους νομούς στην Ελλάδα, και αντίστοιχα βρεχόταν στα δυτικά από το Ιόνιο Πέλαγος.
Ο νομός Ιωαννίνων πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η Περιοχή στην αρχαιότητα κατοικούνταν από τους Μολοσσούς οι οποίοι σταδιακά στην Ήπειρο, κυριάρχησαν, ιδρύοντας το βασίλειο της Ηπείρου.
Στις 31 Μαρτίου 1915 συστήνεται ο προσωρινός νομός Δράμας & Καβάλας, με έδρα την πόλη της Δράμας[2] και στο οποίο αναφέρεται ότι ο νομός διαιρέθηκε σε τέσσερις υποδιοικήσεις, κατά κόσμον γνωστές και ως επαρχίες, Δράμας, Καβάλας ενώ προσαρτήθηκαν και οι τέως υποδιοικήσεις Θάσου (έδρα ο Λιμένας Θάσου), Πραβίου (μετέπειτα Παγγαίου - με έδρα την Ελευθερούπολη) και Σαρή Σαμπάν (μετέπειτα Νέστου - με έδρα την Χρυσούπολη).
Με το Διάταγμα της 3ης Οκτωβρίου 1916 της Προσωρινής Κυβερνήσεως (Φ.Ε.Κ. 9), που είχε έδρα τη Θεσσαλονίκη ανασυστάθηκε η επαρχία Θάσου. Στις 23 Οκτωβρίου 1918, αποσπάστηκε η Υποδιοίκηση της Θάσου από τη Γενική Διοίκηση Θεσσαλονίκης και προσαρτήθηκε ξανά στο νομό Δράμας & Καβάλας.[3]
Στη συνέχεια με το βασιλικό διάταγμα της 30ης Ιουνίου 1920, συστήθηκε στο νομό Δράμας η επαρχία Ζυρνόβου, με έδρα το Ζύρνοβο (Νευροκόπι).[4]
Πολλά χωριά του σημερινού Δήμου Νευροκοπίου, υπάγονταν διοικητικά τότε στον νομό Σερρών, στην υποδιοίκηση της Νέας Ζίχνης.
Ο νομός διεκδικούσε τότε και δύο χωριά από την Βουλγαρία κοντά στα νεοσύστατα σύνορα, την Μογκίλιτσα και το Μπρέστεν (Βρισθένη), ενώ ο Ελληνικός στρατός είχε βλέψεις και για το Πετρίτσι αλλά και το Μελένικο, πόλεις με σημαντικό Ελληνικό Πληθυσμό, τα οποία με την Συνθήκη Βουκουρεστίου δόθηκαν τελικά στην Βουλγαρία.
Ο νομός Θεσσαλονίκης δημιουργήθηκε πρώτη φορά το 1913 όταν η περιοχή εντάχθηκε στην Ελλάδα μαζί με την υπόλοιπη Μακεδονία κατά τον Πρώτο Βαλκανικό Πόλεμο την ίδια χρονιά. Αναγνωρίστηκε νομός το 1914. Η έκτασή της ήταν τότε η μεγαλύτερη στην Ελλάδα, καλύπτοντας περίπου το 7% της Ελλάδας. Μέχρι το 1949, ο νομός Θεσσαλονίκης ήταν ο μεγαλύτερος σε έκταση της Ελλάδος. Μετέπειτα έγινε ο μεγαλύτερος σε έκταση ο νομός Λαρίσης.
Αρχικά αποτελούνταν από τις επαρχίες Γρεβενών, Κοζάνης, Καϊλαρίων (Εορδαίας, με έδρα την Πτολεμαΐδα) και Αναστελίτσης (Βοΐου, με έδρα την Λείψιστα).
Ο νομός Κοζάνης πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η Περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ήταν μοιρασμένη στην Ελίμεια (η Ελιμειώτιδα), την Εορδαία και την Τυμφαία.
Το 1917 οι επαρχίες Καρατζόβας (Αλμωπίας), Γενιτσών (Πέλλης) και Βοδενών (Εδέσσης), αποσπάστηκαν από τον Νομό Θεσσαλονίκης και συγκροτήθηκε ο νομός Πέλλης, λαμβάνοντας το αρχαίο ελληνικό όνομα της πρωτεύουσας της αρχαίου Μακεδονικού κράτους Πέλλα.
Αρχική και Προσωρινή Πρωτεύουσα του Νομού Πέλλης, ήταν η πόλη των Γενιτσών, και όχι η Έδεσσα (τότε Βοδενά). Αργότερα στα μέσα της δεκαετίας του 1920, η έδρα του νομού μεταφέρθηκε οριστικά στην Έδεσσα.
Ο νομός Πέλλης πήρε την ονομασία του για ιστορικούς λόγους από την Αρχαία Πέλλα η οποία ήταν παραθαλάσσια αρχαία πόλη της Μακεδονίας η οποία ιδρύθηκε γύρω στο 400 π.Χ. και ήταν η πρωτεύουσα του μακεδονικού βασιλείου. Η Περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ήταν μοιρασμένη στην Βοττιαία, την Αλμωπία, την Εορδαία και την Ημαθία.
Αρχικά αποτελούνταν από τις επαρχίες Σερρών, Σιντικής (με έδρα το Ντεμίρ Ισάρ - μετέπειτα Σιδηρόκαστρο), Βισαλτίας (με έδρα την Νιγρίτα) και Φυλλίδος (με έδρα την Νέα Ζίχνη).
Ορισμένοι οικισμοί των νομών Δράμας, Καβάλας, Θεσσαλονίκης και Κιλκίς αρχικά υπάγονταν στον Νομό Σερρών.
Ο νομός Σερρών πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ήταν μοιρασμένη στην Οδομαντική, την Ηδωνίδα, την Κρηστωνία, την Σιντική και την Παρορβηλία.
Πρωτεύουσα του νομού Φλωρίνης, ορίστηκε η ομώνυμη Φλώρινα επειδή ήταν ακριτική πόλη στρατηγικής σημασίας και κοντά στα σύνορα με το τότε Βασίλειο της Σερβίας, και συγκεκριμένα αρκετά κοντά ήταν το Μοναστήρι (γνωστό τότε και ως Βιτώλια), το οποίο διέθετε πολλά προξενεία ξένων χωρών, μεταξύ άλλων και της Ελλάδας.
Τα βόρεια σύνορα του νομού, καθορίστηκαν στο χωριό Νίκη, με την Συνθήκη Βουκουρεστίου, με την οποία δόθηκαν και χωριά στην Ελλάδα (Μπούφι, Κρατερό, Παρόρειο κ.ά.) τα οποία επί Τουρκοκρατίας, υπάγονταν διοικητικά στο Μοναστήρι.
Ο νομός Φλωρίνης πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η Περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ονομαζόνταν Λυγκηστίδα, ενώ η Περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ήταν μοιρασμένη στην Λυγκηστίδα, την Εορδαία, την Ορεστίδα και την Πελαγονία.
Ο νομός Ηρακλείου αρχικά το 1913, περιελάμβανε επίσης την Επαρχία Μιραμπέλλου η οποία ανήκει σήμερα στον νομό Λασιθίου, τμήματα που ανήκουν σήμερα στον Νομό Ρεθύμνου και παρακείμενες νησίδες, στο Λιβυκό Πέλαγος.
Αρχική πρωτεύουσα του Νομού Λασιθίου, ήταν η πόλη της Ιεράπετρας, σημαντικό λιμάνι στο Λιβυκό Πέλαγος, καθαρά για στρατηγικούς και οικονομικούς λόγους, και όχι ο Άγιος Νικόλαος.
Ο Άγιος Νικόλαος αρχικά ήταν χωριό το οποίο προήχθη την δεκαετία του 1930, σε Δήμο, λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης του.
Ο νομός Λασηθίου, σύμφωνα με τον αρχαιολόγο Στέφανο Ξανθουδίδη, πήρε την ονομασία του από την αρχαία λέξη «Λάσιος» που σημαίνει πυκνός – δασύς, επειδή τα βουνά του ήταν σκεπασμένα από πυκνά δάση σύμφωνα με τη μυθολογία.
Ο νομός Σφακίων, ιδρύθηκε για πρώτη φορά, με τον Οργανικό νόμο της Κρητικής Πολιτείας το 1868 και διατηρήθηκε μέχρι το 1913, δηλαδή την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, και έκτοτε το νησί χωρίζεται σε τέσσερις νομούς.
Ο νομός Σφακίων, αποτελούνταν από τα σημερινά ανατολικά τμήματα του Νομού Χανίων και τα δυτικά τμήματα του Νομού Ρεθύμνης. Πρωτεύουσα του νομού ήταν το χωριό Βάμος.
Αρχικά αποτελούνταν από τις έξι επαρχίες Μυτιλήνης, Πλωμαρίου, Μηθύμνης, Λήμνου (με έδρα την Μύρινα), Σαμοθράκης (με έδρα την Χώρα) και Ίμβρου (με έδρα την Παναγία την Μπαλωμένη).
Προσωρινός νομός της Ελλάδας που υπήρξε το διάστημα 1915-1916, στη Βόρειο Ήπειρο μετέπειτα καταργήθηκε και τα εδάφη του προσαρτήθηκαν οριστικά στην Αλβανία.
Παρότι στην περιοχή κατοικούν πολλοί Έλληνες, το 1913, με την Συνθήκη Βουκουρεστίου, η Βόρεια Ήπειρος παραχωρήθηκε επίσημα στο νεοσύστατο Αλβανικό κράτος, και καθορίστηκαν τα σημερινά Σύνορα Ελλάδας-Αλβανίας.
Αποτελούνταν από τις επαρχίες Κολωνίας (με έδρα την Ερσέκα) και Κορυτσάς.
Προσωρινός νομός της Ελλάδας που υπήρξε το διάστημα 1915-1916, στη Βόρειο Ήπειρο μετέπειτα καταργήθηκε και τα εδάφη του προσαρτήθηκαν οριστικά στην Αλβανία.
Παρότι στην περιοχή κατοικούν πολλοί Έλληνες, το 1913, με την Συνθήκη του Βουκουρεστίου, η Βόρεια Ήπειρος παραχωρήθηκε επίσημα στο νεοσύστατο Αλβανικό κράτος, και καθορίστηκαν τα σημερινά Σύνορα Ελλάδας - Αλβανίας.
1920-1928
Υπήρχαν επίσης ελληνικοί νομοί σε περιοχές της σημερινής Αλβανίας και της Τουρκίας, στο διάστημα που οι περιοχές αυτές ανήκαν στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και του Ελληνοτουρκικού Πολέμου (1919-1922), αντίστοιχα. Την περίοδο 1920-1928 η Ελλάδα είχε συνολικά 35 νομούς:
Φιλιάτες (αρχικά από το 1928 έως το 1936) Ηγουμενίτσα (από το 1936 μέχρι σήμερα)
Το 1928, οι επαρχίες Θυάμιδος, Σουλίου και Φιλιατών, αποσπώνται από τον Νομό Ιωαννίνων και συγκροτούν τον Νομό Θεσπρωτίας. Η περιοχή του νομού προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Ελλάδας κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων το 1913 όταν ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την περιοχή από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Αρχικά ολόκληρη η περιοχή υπάχθηκε στο νομό Ιωαννίνων. Το 1928 συγκροτήθηκε ο νομός Θεσπρωτίας από δυτικά τμήματα του νομού Ιωαννίνων και βόρεια τμήματα του νομού Πρεβέζης, λαμβάνοντας το αρχαίο ελληνικό όνομα του επώνυμου μυθικού ήρωα Θεσπρωτού. Το 1936 με την ίδρυση του νομού Θεσπρωτίας η Ηγουμενίτσα προήχθη σε δήμο και ορίζεται οριστικά πρωτεύουσα του νομού. Η Ηγουμενίτσα αρχικά ήταν χωριό το οποίο προήχθη την δεκαετία του 1930, σε Δήμο, λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης της, ενώ λόγω της θέσης της στο Ελληνικό Κράτος έγινε και το δεύτερο σημαντικό λιμάνι της Ελλάδας μετά τον Πειραιά.
Δημιουργήθηκε από τμήματα των Νομών Ιωαννίνων και Πρέβεζας.
Με το βασιλικό διάταγμα της 30ης Ιουνίου 1920, συστήθηκε στο νομό Δράμας η επαρχία Ζυρνόβου, με έδρα το Ζύρνοβο (Νευροκόπι).[4]
Ο νομός Δράμας πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η Περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ήταν μοιρασμένη στην Ηδωνίδα, την Οδομαντική και τα αρχαία Θρακικά φύλα.
Ο νομός Καβάλας δημιουργήθηκε με τη νομοθεσία 3191 της 11ης Αυγούστου 1924, τότε οι επαρχίες Καβάλας, Νέστου, Πραβίου και Θάσου αποσπάστηκαν από το νομό Δράμας και αποτέλεσαν το νομό Καβάλας.[5] Ο νομός Καβάλας πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η Περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ονομαζόνταν Ηδωνίδα.
Δημιουργήθηκε από τμήματα των Νομών Δράμας και Σερρών.
Ο νομός Χαλκιδικής, δημιουργήθηκε επίσημα το 1924 με την κατάργηση της υποδιοίκησης Χαλκιδικής (1913-1924) που διοικητικά ανήκε στον νομό Θεσσαλονίκης. Πρωτεύουσα του νομού Χαλκιδικής, ορίστηκε ο Πολύγυρος, καθαρά για ιστορικούς λόγους. Ο Πολύγυρος αρχικά ήταν χωριό το οποίο προήχθη την δεκαετία του 1950, σε Δήμο, λόγω της ραγδαίας ανάπτυξης του. Το Άγιο Όρος, ορίστηκε από το Ελληνικό κράτος Επίσημα Αυτόνομη Μοναστική Πολιτεία με έδρα τις Καρυές Αγίου Όρους. Ο νομός Χαλκιδικής πήρε την ονομασία του από την αρχαία ομώνυμη χερσόνησο της Χαλκιδικής.
Ο νομός Έβρου Αρχικά αποτελούνταν από τις επαρχίες Δεδεαγάτς (Αλεξανδρουπόλεως), Ντιμετόκα (Διδυμότειχου), Νέας Ορεστιάδος, η οποία δημιουργήθηκε μεταγενέστερα το 1923 και Σουφουλού (Σουφλίου).
Ο νομός Έβρου περιλάμβανε επίσης και οικισμούς που σήμερα ανήκουν στην Τουρκία (Ενέζ, Ύψαλα, Κεσσάνη κ.ά.).
Η περιοχή του νομού Έβρου προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Ελλάδας με τη Συνθήκη του Νεϊγύ το 1919 όταν η Βουλγαρία, παραχώρησε το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα, ενώ το 1920 με τη Συνθήκη των Σεβρών και η Ανατολική Θράκη μέχρι τις Μέτρες παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ο ελληνικός στρατός αναγκάστηκε να εκκενώσει την Ανατολική Θράκη και να υποχωρήσει πέραν του Έβρου. Η συγκεκριμένη κατάσταση παγιώθηκε με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης που οριστικοποίησε τα σημερινά ελληνοτουρκικά σύνορα το 1923.
Ο νομός πήρε την ονομασία του από τον ομώνυμο Ποταμό Έβρο.
Αρχικά αποτελούνταν από τις επαρχίες Γκιουμουλτζίνας (Κομοτηνής), Σάπτσι (Σαπών) και Ισκεσέ ή Σκέσα (Ξάνθης), με την επαρχία Σαπών να έχει τα περισσότερα Πομακοχώρια και τον μεγαλύτερο μουσουλμανικό πλυθυσμό στην περιοχή.
Η περιοχή του νομού Ροδόπης προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Ελλάδας με τη Συνθήκη του Νεϊγύ το 1919 όταν η Βουλγαρία, παραχώρησε το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα, ενώ το 1920 με τη Συνθήκη των Σεβρών και η Ανατολική Θράκη ως τις Μέτρες παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ο ελληνικός στρατός αναγκάστηκε να εκκενώσει την Ανατολική Θράκη και να υποχωρήσει πέραν του Έβρου. Η συγκεκριμένη κατάσταση παγιώθηκε με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης που οριστικοποίησε τα σημερινά ελληνοτουρκικά σύνορα το 1923.
Με την Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, ο μουσουλμανικός πλυθυσμός της περιοχής εξαιρέθηκε από την Ανταλλαγή Πλυθυσμών, η οποία πλειοψηφεί σήμερα κυρίως στα βόρεια των σημερινών νομών Ροδόπης και Ξάνθης.
Η περιοχή του νομού Αδριανουπόλεως προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Ελλάδας με τη Συνθήκη του Νεϊγύ το 1919 όταν η Βουλγαρία, παραχώρησε το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα, ενώ το 1920 με τη Συνθήκη των Σεβρών και η Ανατολική Θράκη ως τις Μέτρες παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.
Προσωρινός νομός της Ελλάδας που υπήρξε το διάστημα 1920-1922, στην Ανατολική Θράκη, με τη Μικρασιατική εκστρατεία το 1922, και τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923 προσαρτήθηκε οριστικά στην Τουρκία. Ο πληθυσμός του νομού Αδριανουπόλεως ήτανε κατά πλειοψηφία Τουρκικός και μουσουλμανικός.
Με την Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, έγινε υποχρεωτική Ανταλλαγή Πλυθυσμών, ο Ελληνικός πλυθυσμός της περιοχής έφυγε στην Ελλάδα, και ο μουσουλμανικός πλυθυσμός της Ελλάδας έφυγε στο τότε Νεοσύστατο Τουρκικό Κράτος.
Προσωρινός νομός της Ελλάδας που υπήρξε το διάστημα 1920-1922, στην Ανατολική Θράκη, με τη Μικρασιατική εκστρατεία το 1922, και τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923 προσαρτήθηκε οριστικά στην Τουρκία. Ο πληθυσμός του νομού Καλλιπόλεως ήτανε κατά πλειοψηφία Τουρκικός και μουσουλμανικός.
Με την Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, έγινε υποχρεωτική Ανταλλαγή Πλυθυσμών, ο Ελληνικός πλυθυσμός της περιοχής έφυγε στην Ελλάδα, και ο μουσουλμανικός πλυθυσμός έφυγε στο τότε Νεοσύστατο Τουρκικό Κράτος.
Προσωρινός νομός της Ελλάδας που υπήρξε το διάστημα 1920-1922, στην Ανατολική Θράκη, με τη Μικρασιατική εκστρατεία το 1922, και τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923 προσαρτήθηκε οριστικά στην Τουρκία. Ο πληθυσμός του νομού Ραιδεστού ήτανε κατά πλειοψηφία Τουρκικός και μουσουλμανικός.
Πρωτεύουσα του νομού, ορίστηκε η Συλυβρία, καθαρά για ιστορικούς, στρατηγικούς και θρησκευτικούς λόγους.
Με την Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, έγινε υποχρεωτική Ανταλλαγή Πλυθυσμών, ο Ελληνικός πλυθυσμός της περιοχής έφυγε στην Ελλάδα, και ο μουσουλμανικός πλυθυσμός έφυγε στο τότε Νεοσύστατο Τουρκικό Κράτος.
Προσωρινός νομός της Ελλάδας που υπήρξε το διάστημα 1920-1922, στην Ανατολική Θράκη, με τη Μικρασιατική εκστρατεία το 1922, και τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923 προσαρτήθηκε οριστικά στην Τουρκία. Ο πληθυσμός του νομού Σαράντα Εκκλησιών ήτανε κατά πλειοψηφία Τουρκικός και μουσουλμανικός.
Ήταν ο μοναδικός νομός της Ελλάδας που βρεχόταν από την Μαύρη Θάλασσα.
Με την Συνθήκη της Λωζάννης το 1923, έγινε υποχρεωτική Ανταλλαγή Πλυθυσμών, ο Ελληνικός πλυθυσμός της περιοχής έφυγε στην Ελλάδα, και ο μουσουλμανικός πλυθυσμός έφυγε στο τότε Νεοσύστατο Τουρκικό Κράτος.
Η νέα κυβέρνηση έκανε μεταβολές, συνενώσεις και αλλαγές στους νομούς της Ελλάδας. Επίσης στον χάρτη φαίνεται η βουλγαρική κατοχή της Ανατολικής Μακεδονίας και της Θράκης, ενώ φαίνεται ως μέρος της Ελληνικής Πολιτείας ολόκληρος ο νομός Έβρου (εκτός της Σαμοθράκης).
Οι περιοχές υπό Γερμανική κατοχή ονομάζονταν και Στρατιωτική Διοίκηση στην Ελλάδα (γερμανικά: Militärverwaltung in Griechenland).
Ο νομός Ευρυτανίας που καταργήθηκε το 1909 αποσπάστηκε με νομοθετικό διάταγμα από τον Νομό Αιτωλοακαρνανίας οριστικά στις 22 Μαρτίου 1943[6] και οι δύο νομοί πήραν την έκταση που έχουν σήμερα.
Πρωτεύουσα του νομού Αιτωλοακαρνανίας, παρέμεινε για ιστορικούς λόγους το Μεσολόγγι, ενώ πρωτεύουσα του Νομού Ευρυτανίας, ορίστηκε το Καρπενήσι.
Ο νομός Αττικοβοιωτίας, που επανιδρύθηκε το 1909 διαλύθηκε οριστικά στις 26 Ιουλίου 1943 και δημιουργήθηκαν με τον νόμο 368/1943 οι δύο ξεχωριστοί νομοί Αττικής και Βοιωτίας.[7]
Πρωτεύουσα του νομού Αττικής, ορίστηκε η Αθήνα, η οποία ήταν πρωτεύουσα της Αττικοβοιωτίας, ενώ πρωτεύουσα του Νομού Βοιωτίας, ορίστηκε η Λιβαδειά.
Από τον νομό Ευβοίας αποσπάστηκαν οριστικά τα νησιά Σκιάθος, Σκόπελος, Αλόννησος και μικρότερες νησίδες των Σποράδων, και υπήχθησαν στον επανειδρυθείντα νομό Μαγνησίας.
Ο νομός Φθιωτιδοφωκίδας που επανιδρύθηκε το 1909 διαλύθηκε οριστικά στις 31 Μαρτίου 1943 με το Νομοθετικό Διάταγμα 2229/1943 και δημιουργήθηκαν οι δύο ξεχωριστοί νομοί Φθιώτιδας (με πρωτεύουσα του νομού τη Λαμία, η οποία ήταν μέχρι τότε της Φθιωτιδοφωκίδας) και Φωκίδας (με πρωτεύουσα του νομού την Άμφισσα, η οποία ήταν η πρωτεύουσα του Νομού Λοκρίδος & Φωκίδος).
Ο νομός Αργολιδοκορινθίας, που επανιδρύθηκε το 1909 διαλύθηκε οριστικά στις 29 Απριλίου 1949 και δημιουργήθηκαν με τον αναγκαστικό νόμο 960/1949 οι δύο ξεχωριστοί νομοί Κορινθίας και Αργολίδας.[8]
Πρωτεύουσα του νομού Αργολίδας, ορίστηκε το Ναύπλιο, η οποία ήταν πρωτεύουσα της Αργολιδοκορινθίας, ενώ πρωτεύουσα του Νομού Κορινθίας, ορίστηκε η ομώνυμη Κόρινθος.
Το 1946, με τον αναγκαστικό νόμο 903 οι επαρχίες Ημαθίας και Ναούσης, αποσπώνται από τον νομό Θεσσαλονίκης και συγκροτούν τον νομό Ημαθίας,[10] ενώ ορισμένα τμήματα του ανήκαν και στον νομό Πέλλης. Το 1949 αναγνωρίστηκε επίσημα ως νομός, με έδρα τη Βέροια.
Δημιουργήθηκε από τμήμα του Νομού Θεσσαλονίκης και από τμήματα του νομού Πέλλης.
Το 1941, κατά την περίοδο της Κατοχής, η επαρχία Καστορίας, αποσπάται από τον νομό Φλωρίνης και συγκροτεί τον νομό Καστορίας. Η περιοχή του νομού προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Ελλάδας κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων το 1913 όταν ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την περιοχή από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Σήμερα έχει την έκταση της περιφερειακής ενότητας Καστοριάς με τα διοικητικά όρια που είχε ο νομός το 1985. Ο νομός Καστοριάς πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ονομαζόνταν Ορεστίδα.
Δημιουργήθηκε από τμήμα του νομού Φλωρίνης και από τμήματα του νομού Κοζάνης.
Το 1934, οι επαρχίες Κιλκίς και Παιονίας, αποσπώνται από τον νομό Θεσσαλονίκης και συγκροτούν τον νομό Κιλκίς με το νόμο 6311.[11] Η περιοχή του νομού προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Ελλάδας κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων το 1913 όταν ο ελληνικός στρατός απελευθέρωσε την περιοχή από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τα όρια του νομού καθορίστηκαν το 1935 με το διάταγμα 5/16-3-1935 και η συνολική του επιφάνεια ήταν αρχικά 2.505 τ.χλμ. Ο νομός Κιλκίς πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η Περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα ήταν μοιρασμένη στις Κρηστωνία, Αμφαξίτιδα και την Παιονία.
Δημιουργήθηκε από τμήμα του νομού Θεσσαλονίκης και από τμήματα του νομού Σερρών.
Το 1949, η επαρχία Πιερίας, αποσπάται από τον νομό Θεσσαλονίκης και συγκροτεί τον νομό Πιερίας, με αναγκαστικό νόμο, στις 29 Απριλίου 1949. Ο νομάρχης ήταν πολιτική θέση δημοσίας διοίκησης, επικεφαλής του νομού Πιερίας. Ήταν νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου και αρμοδιότητά του ήταν η διοίκηση των τοπικών ζητημάτων σε επίπεδο νομού. Διοριζόταν από την εκάστοτε κυβέρνηση και η έδρα του νομάρχη ήταν η πόλη της Κατερίνης. Πρωθύστερος του Νομάρχη ήταν ο Έπαρχος. Ο νομός Πιερίας πήρε την ονομασία του για ιστορικούς λόγους από την ομώνυμη Αρχαία Πιερία.
Το 1944, η επαρχία Ξάνθης, αποσπάται από τον νομό Ροδόπης και συγκροτεί τον νομό Ξάνθης. Η περιοχή του νομού Ξάνθης προσαρτήθηκε στο Βασίλειο της Ελλάδας με τη Συνθήκη του Νεϊγύ το 1919 όταν η Βουλγαρία, παραχώρησε το μεγαλύτερο μέρος της Δυτικής Θράκης στην Ελλάδα, ενώ το 1920 με τη Συνθήκη των Σεβρών και η Ανατολική Θράκη μέχρι την περιοχή των Μετρών παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα. Όμως μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ο ελληνικός στρατός αναγκάστηκε να εκκενώσει την Ανατολική Θράκη και να υποχωρήσει πέραν του Έβρου. Η συγκεκριμένη κατάσταση παγιώθηκε με την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης που οριστικοποίησε τα σημερινά ελληνοτουρκικά σύνορα το 1923. Ο νομός Ξάνθης πήρε την ονομασία του από την πρωτεύουσα του νομού. Η Περιοχή του σημερινού νομού στην αρχαιότητα κατοικούνταν από το αρχαίο Θρακικό φύλο, τους Βίστωνες.
Τα Δωδεκάνησα ενσωματώθηκαν με την Ελλάδα το 1947, αρχικά ως Γενική Διοίκηση Δωδεκανήσου, περιλαμβάνοντας τις επαρχίες Ρόδου, Καλύμνου, Καρπάθου και Κω. Η επίσημη τελετή της ενσωμάτωσης έγινε στις 7 Μαρτίου του 1948. Το 1955 η Δωδεκάνησος έγινε επισήμως νομός με πρωτεύουσα της νομαρχίας την πόλη της Ρόδου.
Ιταλικαί Νήσοι Αιγαίου Πελάγους. Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, τα νησιά τέθηκαν υπό προσωρινή βρετανική διοίκηση. Στη Συνθήκη Ειρήνης το 1947, τα νησιά παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα.
Μεταπολεμικά η Αττική αποτελούνταν από τις δύο επαρχίες Αττικής, και Μεγαρίδας (έδρα τα Μέγαρα).
Το 1986 συστάθηκε η Περιφέρεια Αττικής, και το 1987 καταργήθηκε η Ενιαία Νομαρχία, και η Αττική χωρίστηκε επίσημα για πλυθυσμιακούς λόγους σε τέσσερις νομαρχίες: 1) Νομαρχία Ανατολικής Αττικής με έδρα την Παλλήνη, 2) Νομαρχία Δυτικής Αττικής με έδρα την Ελευσίνα, 3) Νομαρχία Πειραιά και Νήσων Αργοσαρωνικού, με έδρα τον Πειραιά και 4) Νομαρχία Αθηνών, με έδρα την Αθήνα, περιλαμβάνοντας μόνο το Λεκανοπέδιο, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείρηση στην Αυτοδιοίκηση.
Ο νομός Πειραιώς συστάθηκε, την Παρασκευή, 30 Οκτωβρίου του 1964, όταν ο δήμος Πειραιώς μαζί με γειτονικούς του δήμους καθώς επίσης και τα νησιά του Αργοσαρωνικού και των Κυθήρων και Αντικυθήρων αποσπάσθηκαν από την επαρχία Αττικής του νομού Αττικής . Στις 8 Μαΐου 1972 ο νομός Πειραιώς καταργήθηκε οριστικά και εντάχθηκε στο νόμο Αττικής. Ήταν, ο τελευταίος νομός της Ελλάδας, που συστάθηκε. Από το 1972, έως και το 2010, δεν συστάθηκαν, άλλες νομαρχίες.
Η Αργολίδα, μεταπολεμικά αποτελούνταν από τις τρεις επαρχίες Άργους, Ναυπλίας και Ερμιονίδος (έδρα το Κρανίδι). Η Αργολίδα έγινε οριστικά ανεξάρτητος νομός, επίσημα το 1949 και έδρα του νομού ορίστηκε για ιστορικούς λόγους το Ναύπλιο.
Δημιουργήθηκε από τον διαχωρισμό της Αργολιδοκορινθίας σε Αργολίδα και Κορινθία.
Αποσπάστηκε από τον νομό Τρικάλων και η πρώην επαρχία Καρδίτσας έγινε οριστικά ανεξάρτητος νομός, επίσημα το 1944, αλλά και για πληθυσμιακούς λόγους. Έγιναν επίσης διοικητικές μεταβολές σε οικισμούς μεταξύ των νομών Καρδίτσας, Τρικάλων και Λαρίσης.
Αποσπάστηκε με αναγκαστικό νόμο από τμήματα των νομών Λαρίσης (Ηπειρωτικό κομμάτι) και Εύβοιας (νησιωτικό κομμάτι), αλλά και για λόγους στρατηγικής σημασίας (ο Βόλος αποτελεί σημαντικό λιμάνι της Ελλάδας και βρίσκεται στο κέντρο της χώρας). Μεταπολεμικά η Μαγνησία αποτελούνταν από τις τρεις επαρχίες Βόλου, Αλμυρού και Σποράδων (έδρα η Χώρα Σκοπέλου).
Δημιουργήθηκε από τμήμα του νομού Λάρισας και από τμήμα του νομού Ευβοίας.
Ο νομός Γρεβενών έγινε ξεχωριστός νομός για πρώτη φορά το 1964, με αναγκαστικό νόμο ο οποίος συστάθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1964 με το υπ' αριθμ. 4398 Νομοθετικό Διάταγμα "Περί Ιδρύσεως Νομών Πειραιώς και Γρεβενών και άλλων τινών διατάξεων", όταν αποσπάστηκε η τότε επαρχία Γρεβενών του νομού Κοζάνης (ο σημερινός δήμος Γρεβενών) και μικρό τμήμα της επαρχίας Ελασσόνας του νομού Λαρίσης (ο σημερινός δήμος Δεσκάτης, και οι κοινότητες Δασοχωρίου και Παρασκευής).[12] Μέχρι τότε, ο νομός Λαρίσης, ήταν ο μεγαλύτερος σε έκταση της Ελλάδος. Σήμερα είναι ο δεύτερος, μετά τον νομό της Αιτωλοακαρνανίας.
Δημιουργήθηκε από τμήμα του νομού Κοζάνης και από τμήματα του νομού Λαρίσης.
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως το Δοξάτο, η Προσοτσάνη και το Παρανέστι που ήταν Αυτόνομες Κοινότητες σχημάτισαν Δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείρηση στην Αυτοδιοίκηση.
Μεταπολεμικά η Ημαθία αποτελούνταν από τις δύο επαρχίες Ημαθίας (έδρα η Βέροια) και Νάουσας.
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως η Βεργίνα, το Μακροχώρι, η Μελίκη, το Πλατύ και ο Άγιος Γεώργιος που ήταν Αυτόνομες Κοινότητες σχημάτισαν Δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείρηση στην Αυτοδιοίκηση.
Μεταπολεμικά η Καβάλα αποτελούνταν από τις τέσσερις επαρχίες Καβάλας, Νέστου (έδρα η Χρυσούπολη), Παγγαίου (έδρα η Ελευθερούπολη) και Θάσου.
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως η Νέα Πέραμος, η Μουσθένη και η Κεραμωτή που ήταν αυτόνομες κοινότητες σχημάτισαν Δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείρηση στην Αυτοδιοίκηση, ενώ η Καβάλα μετεξελίχθηκε σε σημαντικό λιμάνι της χώρας.
Η πρώην επαρχία Καστοριάς έγινε οριστικά ανεξάρτητος νομός, επίσημα το 1942.
Αρχικά περιλάμβανε και οικισμούς που σήμερα ανήκουν στον Νομό Φλώρινας (Κρυσταλλοπηγή, Ανταρτικό κ.ά.) ενώ σήμερα έχει την έκταση της περιφερειακής ενότητας Καστοριάς με τα διοικητικά όρια που είχε ο νομός το 1985.
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως η Κλεισούρα, το Άργος Ορεστικό, το Βογατσικό, η Κορησός, το Δισπηλιό και το Νεστόριο που ήταν αυτόνομες κοινότητες σχημάτισαν δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείριση στην αυτοδιοίκηση.
Μεταπολεμικά το Κιλκίς αποτελούνταν από τις δύο επαρχίες Κιλκίς και Παιονίας (έδρα η Γουμένισσα και μετέπειτα από το 1991 το Πολύκαστρο), ενώ έγιναν και διοικητικές μεταβολές.
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως η Αξιούπολη, το Δροσάτο και οι Μουριές που ήταν Αυτόνομες Κοινότητες σχημάτισαν Δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείριση στην αυτοδιοίκηση.
Μεταπολεμικά η Κοζάνη αποτελούνταν από τις τρεις επαρχίες Κοζάνης, Εορδαίας (έδρα η Πτολεμαΐδα) και Βοίου (έδρα η Σιάτιστα).
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως τα Σέρβια, η Νεάπολη, το Τσοτύλι και η Εράτυρα που ήταν αυτόνομες κοινότητες σχημάτισαν δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείριση στην αυτοδιοίκηση.
Μεταπολεμικά η Πέλλα αποτελούνταν από τις τρείς επαρχίες Έδεσσας, Γιαννιτσών και Αλμωπίας (έδρα η Αριδαία).
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως η Σκύδρα και η Κρύα Βρύση που ήταν αυτόνομες κοινότητες σχημάτισαν δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείριση στην Αυτοδιοίκηση.
Η πρώην επαρχία Πιερίας έγινε οριστικά ανεξάρτητος νομός, επίσημα το 1949.
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως το Λιτόχωρο, το Αιγίνιο, η Νέα Έφεσος και ο Κολινδρός που ήταν αυτόνομες κοινότητες σχημάτισαν δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείριση στην αυτοδιοίκηση.
Μεταπολεμικά οι Σέρρες αποτελούνταν από τις τέσσερις επαρχίες Σερρών, Βισαλτίας (έδρα η Νιγρίτα), Σιντικής (έδρα το Σιδηρόκαστρο) και Φυλλίδας (έδρα η Νέα Ζίχνη).
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και κωμοπόλεις που ήταν αυτόνομες κοινότητες σχημάτισαν δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείριση στην αυτοδιοίκηση.
Η πρώην επαρχία Φλώρινας έγινε οριστικά ανεξάρτητος νομός, επίσημα το 1942.
Στον νομό Φλώρινας υπάρχουν επίσης και εξαιρετικά λιγοστοί Σλαβόφωνοι Έλληνες Μακεδόνες, οι οποίοι δεν αναγνωρίζονται ως μειονότητα από το Ελληνικό κράτος, οι οποίοι ομιλούν σλαβικές διάλεκτους ως δεύτερη γλώσσα.
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως το Αμύνταιο, η Μελίτη, οι Κάτω Κλεινές και ο Λαιμός Πρεσπών που ήταν αυτόνομες κοινότητες σχημάτισαν δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείριση στην αυτοδιοίκηση.
Μεταπολεμικά η Ροδόπη αποτελούνταν από τις δύο επαρχίες Κομοτηνής και Σαπών.
Μεταπολεμικά δόθηκαν επίσης προνόμια και νομοθεσίες στην Μουσουλμανική μειονότητα Δυτικής Θράκης, η οποία πλειοψηφεί κυρίως στα βόρεια του νομού. Το 1954 η Ελλάδα αναγνώριζε την μειονότητα την Μουσουλμανική μειονότητα Δυτικής Θράκης και επικύρωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία αναγνώριζε τα σχολεία της μειονότητας ως τουρκικά. Ο νόμος 3065/1954 (ΦΕΚ Α’ 239, 9.10.1954) ήταν ο πρώτος νόμος που ρύθμιζε τα θέματα της μειονοτικής εκπαίδευσης ο οποίος ισχύει μέχρι σήμερα. Όπως προαναφέρθηκε, οι μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα Έλληνες πολίτες αποτελούν την πλειονότητα έναντι των χριστιανών στο θρήσκευμα Ελλήνων πολιτών. Οι μουσουλμάνοι μπορούν να διαχωριστούν σε δυο κύριες πληθυσμιακές ομάδες με κριτήριο την ομιλούμενη από αυτούς γλώσσα: α) στους τουρκόφωνους μουσουλμάνους των πεδινών περιοχών και β) στους πομακόφωνους κατοίκους των ορεινών περιοχών.
Η πρώην επαρχία Ξάνθης έγινε οριστικά ανεξάρτητος νομός, επίσημα το 1944.
Μεταπολεμικά δόθηκαν επίσης προνόμια και νομοθεσίες στην Μουσουλμανική μειονότητα Δυτικής Θράκης, η οποία πλειοψηφεί κυρίως στα βόρεια του νομού. Το 1954 η Ελλάδα αναγνώριζε την μειονότητα την Μουσουλμανική μειονότητα Δυτικής Θράκης και επικύρωσε απόφαση σύμφωνα με την οποία αναγνώριζε τα σχολεία της μειονότητας ως τουρκικά. Ο νόμος 3065/1954 (ΦΕΚ Α’ 239, 9.10.1954) ήταν ο πρώτος νόμος που ρύθμιζε τα θέματα της μειονοτικής εκπαίδευσης ο οποίος ισχύει μέχρι σήμερα. Όπως προαναφέρθηκε, οι μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα Έλληνες πολίτες αποτελούν την πλειονότητα έναντι των χριστιανών στο θρήσκευμα Ελλήνων πολιτών. Οι μουσουλμάνοι μπορούν να διαχωριστούν σε δυο κύριες πληθυσμιακές ομάδες με κριτήριο την ομιλούμενη από αυτούς γλώσσα: α) στους τουρκόφωνους μουσουλμάνους των πεδινών περιοχών και β) στους πομακόφωνους κατοίκους των ορεινών περιοχών.
Την δεκαετία του 1980, πολλά χωριά και σημαντικές κωμοπόλεις όπως το Εύλαλο, τα Άβδηρα και ο Εχίνος που ήταν αυτόνομες κοινότητες σχημάτισαν δήμους στον νομό, προκειμένου να υπάρξει καλύτερη διαχείριση στην αυτοδιοίκηση.
Νομαρχίες που επανασυστάθηκαν ως Περιφερειακές ενότητες
Με το πρόγραμμα Καλλικράτης που εφαρμόστηκε το 2011, πολλοί νομοί ή τμήματα νομών, νησιών η νομαρχιών επανήλθαν ως δήμοι, περιφερειακές ενότητες είτε με ίδια είτε με διαφορετικές ονομασίες. Μερικοί νομοί αντιστοιχούν σε δήμους που μεταβλήθηκαν με την εφαρμογή του προγράμματος (Ζάκυνθος, Νομός Κέρκυρας → Δήμος Κέρκυρας). Αρκετοί νησιωτικοί νομοί μετατράπηκαν σε πολυάριθμες περιφερειακές ενότητες (Νάξου, Ικαρίας, Τήνου, Ρόδου, Σάμου, Λέσβου κ.ά.)