Ανόργανη χημεία
Η Ανόργανη χημεία αποτελεί το δεύτερο μεγάλο κλάδο της Χημείας που μελετά όλα τα χημικά στοιχεία καθώς και τις πολυποίκιλλες ενώσεις τους με μόνη εξαίρεση τις οργανικές ενώσεις δηλαδή τις ενώσεις του άνθρακα, εκτός των καρβιδίων (= ενώσεων μετάλλων με άνθρακα), των ανθρακικών αλάτων, του μονοξειδίου του άνθρακα και του διοξειδίου του άνθρακα. Ο όρος "ανόργανη χημεία" άρχισε να καθιερώνεται περί τα τέλη του 18ου αιώνα, ακριβώς την ίδια εποχή που είχε επικρατήσει πλέον η θεωρία περί της αφθαρσίας της ύλης. Αρχικά είχε δοθεί ιδιαίτερο βάρος στα στοιχεία εκείνα που συνδέονταν με έμβιους οργανισμούς των οποίων και ακολούθησε η ταυτοποίησή τους. Στη συνέχεια άρχισε η έρευνα και η μελέτη των διαφόρων στοιχείων και ενώσεων που δεν περιείχαν άνθρακα μέχρι που καθορίστηκαν επακριβώς οι διάφορες δομές τους. Τέλος χαρακτηριστικοί είναι οι νέοι τομείς που αναπτύσσονται της ανόργανης χημείας που έχουν να κάνουν ως σύνδεσμοι με άλλους κλάδους χημείας με κύριο χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτό των οργανομεταλλικών ενώσεων (ενώσεις μετάλλων με οργανικές ενώσεις). Συνέπεια όλων αυτών των εξελίξεων είναι ότι και και τα απλά στοιχεία μελέτης της ανόργανης χημείας είναι εξ ίσου αναγκαία και καθοριστικά στην έννοια της ζωής, σε αντίθεση με ότι υποστηρίζονταν παλαιότερα. Τα διάφορα κεφάλαια της Ανόργανης Χημείας, περιλαμβάνουν:
|