Μπένετον Φόρμουλα
Η Μπένετον Φόρμουλα (Benetton Formula) ή απλά Μπένετον, υπήρξε ομάδα του Πρωταθλήματος Φόρμουλα 1 από το 1986 έως το 2001. Κατασκεύαζε η ίδια τα αμαξώματα των αυτοκινήτων της, όχι όμως και τους κινητήρες, για τους οποίους συνεργάσθηκε κατά σειρά με τις BMW, Κόσγουωρθ/Φορντ και Renault. Είναι γνωστή κυρίως για την ανάδειξη του Μίχαελ Σουμάχερ, με τον οποίο κέρδισε τα μοναδικά πρωταθλήματα της ιστορίας της. ΙστορικόΗ μητρική εταιρεία, η βιομηχανία ενδυμάτων του Ιταλού Λουτσιάνο Μπένετον, είχε εισέλθει στο χώρο της Φόρμουλα 1 ως χορηγός ήδη από το 1983, προσπαθώντας να κάνει την ετικέτα της αναγνωρίσιμη στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μετά το πρωτάθλημα του 1985 αποφάσισε να συμμετάσχει με δική της ομάδα, εξαγοράζοντας τη βρετανική Τόλμαν και μετονομάζοντάς της σε Μπένετον Φόρμουλα. Η έδρα της παρέμεινε στην Αγγλία έως το 1995. Ευτύχησε να ανεβάσει οδηγό στην πρώτη θέση του βάθρου από την παρθενική κιόλας σαιζόν της (Μπέργκερ στην Πόλη του Μεξικού - 1986), γενικά όμως στις πρώτες χρονιές δεν κατάφερε κάτι παραπάνω από αξιοπρεπή παρουσία. Το 1990 η οικογένεια Μπένετον αποφάσισε να κάνει ένα βήμα πιο ψηλά, τοποθετώντας ως διευθυντή το Φλάβιο Μπριατόρε (έως τότε υπεύθυνο προώθησης των ενδυμάτων της στις ΗΠΑ) και αναθέτοντας το πρώτο μονοθέσιο της ομάδας στον τρις παγκόσμιο πρωταθλητή Νέλσον Πικέ. Ο Πικέ πέτυχε την καλύτερη συγκομιδή στην έως τότε ιστορία της Μπένετον - 43 βαθμοί, περισσότεροι απ' όσους μάζευαν και οι δύο οδηγοί τις προηγούμενες χρονιές. Η ομάδα κατετάγη τρίτη με 71 βαθμούς, κάτι που είχε μεν πετύχει και το 1988, αλλά με μόλις 39. Το 1991 έμελλε να αποτελέσει χρονιά-σταθμό για τη Μπένετον, όχι τόσο για τις επιδόσεις των μονοθεσίων της, όσο επειδή κατά τα τέλη του πρωταθλήματος ενέταξε στο δυναμικό της έναν άγνωστο οδηγό που είχε μόλις μία παρουσία σε γκραν-πρι: το Μίχαελ Σουμάχερ. Την επόμενη σαιζόν ο Σουμάχερ προβιβάσθηκε σε πρώτο οδηγό και ξεκίνησε μια τετραετία διακρίσεων, η οποία είχε ως επιστέγασμα δύο πρωταθλήματα οδηγών (1994, 1995) και ένα κατασκευαστών (1995 με δεύτερο οδηγό τον Τζόνι Χέρμπερτ). Αμέσως μετά την καταξίωση ήλθε η επιστροφή στη μετριότητα. Το 1996 η Φερράρι προσέλαβε το Σουμάχερ μαζί με 11 κορυφαία στελέχη του τεχνικού επιτελείου, διαλύοντας το βασικό κορμό της Μπένετον. Κατά τα επόμενα δύο χρόνια, τα μονοθέσια της ομάδας βρίσκονταν σταθερά πίσω από αυτά των Ουΐλιαμς και Φερράρι, όμως είχαν συχνές ανόδους στο πόντιουμ με τους Αλεζί και Μπέργκερ. Το 1998, αφού εν τω μεταξύ ο Μπριατόρε είχε απολυθεί, διευθυντής ανέλαβε ο Ρόκο Μπένετον, γιος του ιδιοκτήτη, ο οποίος μπορεί να μην επέδειξε ιδιαίτερα αποτελέσματα στο αγωνιστικό κομμάτι (επτά πόντιουμ σε μία τετραετία με τον Τζιανκάρλο Φιζικέλα), αλλά εκτόξευσε την εμπορικότητα της ομάδας προετοιμάζοντας την πώλησή της. Εξαγορά από τη RenaultΗ Μπένετον συνδέθηκε με τη Renault στο πρωτάθλημα του 1995, όταν η δεύτερη ανέλαβε να κατασκευάζει τους κινητήρες των μονοθεσίων της ομάδας. Η συνεργασία αποδείχθηκε επιτυχημένη, αφού χάρισε στη Μπένετον το μοναδικό πρωτάθλημα κατασκευαστών της ιστορίας της. Το Μάρτιο του 2000 η Renault αγόρασε την ομάδα αντί του αστρονομικού ποσού των 120.000.000 δολαρίων. Οι νέοι ιδιοκτήτες επανέφεραν στη διεύθυνση το Φλάβιο Μπριατόρε, κρατώντας παράλληλα την παλαιά ονομασία για τις σαιζόν 2000 και 2001, όσο καιρό δηλαδή διαρκούσε η αναδόμηση της ομάδας. Η τελευταία εμφάνιση της Μπένετον Φόρμουλα έγινε στο γκραν-πρι της Ιαπωνίας, στις 14 Οκτωβρίου του 2001. Από την επόμενη χρονιά, η ομάδα μετονομάσθηκε σε Renault F1 Team. Η οικογένεια Μπένετον παρέμεινε στο χώρο της Φόρμουλα 1, επιστρέφοντας όμως στο καθεστώς του χορηγού για την προώθηση των ενδυμάτων που παράγει. Επιδόσεις
Βαθμοί: το άθροισμα βαθμολογίας των δύο μονοθεσίων της ομάδας Μεγάλοι οδηγοί
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
|