Μητροπολίτης Νικόλαος Σακκόπουλος
Ο Νικόλαος (κατά κόσμον Σακκόπουλος) ήταν Έλληνας ιεράρχης και θεολόγος, ο οποίος υπηρέτησε ως Μητροπολίτης διαφόρων Μητροπόλεων του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως κατά τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα.[1] ΒιογραφίαΟ Νικόλαος Σακκόπουλος γεννήθηκε το 1862 στην Σινώπη του Πόντου, όπου ολοκλήρωσε την πρωτοβάθμια εκπαίδευση[2]. Αποφοίτησε από τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης το 1886 με άριστα[3] υποβάλλοντας πτυχιακή διατριβή με θέμα: «ότι προς τη πίστει αναγκαία εισίν προς σωτηρίαν και τα αγαθά έργα»[4]. Χειροτονήθηκε διάκονος στη Χάλκη.[1] Μετά την αποφοίτησή του, διορίστηκε αρχιδιάκονος στη Μητρόπολη Σμύρνης[1], όπου δίδαξε θεολογία στο ευαγγελικό παρθεναγωγείο της πόλης. Το 1889 χειροτονήθηκε ιερέας και του δόθηκε το οφφίκιο του αρχιμανδρίτη. Την ίδια χρονιά ο Νικόλαος διορίστηκε αρχιερατικώς προϊστάμενος της ελληνορθόδοξης κοινότητας στην Κρονστάνδη της Τρανσυλβανίας της Αυστροουγγαρίας[3][1]. Το 1891, ο Μητροπολίτης Αμασείας Άνθιμος (Αλεξούδης) τον έκανε Πρωτοσύγκελλο της Μητροπόλεώς του και στις 23 Φεβρουαρίου 1892 χειροτονήθηκε επίσκοπος Αμισού, βοηθός επίσκοπος της Μητρόπολης Αμασείας στην Σαμψούντα[3][1]. Τον Νοέμβριο του 1893 ο Νικόλαος εξελέγη επίσκοπος Κίτρους. Στη συνέχεια, στις 16 Απριλίου 1896, εξελέγη Μητροπολίτης Βοδενών. Παρέμεινε στην Έδεσσα από το 1896 έως την 1η Μαΐου 1899, οπότε εξελέγη Μητροπολίτης Αγκύρας[3] παρά τις αντιδράσεις του ελληνικού Υπουργείου των Εξωτερικών, του ελληνικού Προξενείου στην Θεσσαλονίκη και της ελληνικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη[4]. Στις 19 Οκτωβρίου 1902 διαδέχθηκε τον Μητροπολίτη Κωνσταντίνο στην Μητρόπολη Μαρωνείας[4]. Εκεί ίδρυσε το πρώτο εκκλησιαστικό–πνευματικό δικαστήριο, έθεσε τον θεμέλιο λίθο για την ανέγερση νέου μητροπολιτικού μεγάρου στην πόλη της Κομοτηνής, αγωνίστηκε κατά της Βουλγαρικής Εξαρχίας και αξιοποίησε δωρεές για την ανέγερση σχολείων[4], μεταξύ των οποίων η Χατζέιος Σχολή στη Μαρώνεια και η Αστική Σχολή στην Κομοτηνή[5]. Ήταν υποψήφιος για Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως το 1913, αλλά δεν εξελέγη[4]. Στις 13 Φεβρουαρίου 1914 εξελέγη Μητροπολίτης Καισαρείας[1]. Από τον Μάρτιο έως τις 25 Νοεμβρίου 1921 ήταν τοποτηρητής του Οικουμενικού Θρόνου στην Κωνσταντινούπολη. Μετά από αυτό, ήταν πατριαρχικός επίτροπος του νεοεκλεγέντος Πατριάρχη Μελετίου Δ' από τις 25 Νοεμβρίου 1921 μέχρι την άφιξή του στην Κωνσταντινούπολη στις 24 Ιανουαρίου 1922. Στη συνέχεια διετέλεσε πρόεδρος της Ενδημούσης Συνόδου από τις 10 Ιουλίου 1923 έως τις 2 Οκτωβρίου 1923[1]. Στις 22 Φεβρουαρίου 1927[1] εξελέγη Μητροπολίτης Χαλκηδόνος[3][6]. Πέθανε αιφνιδίως στις 17 Μαρτίου 1927[1]. Η κηδεία του τελέστηκε στις 19 Μαρτίου 1927 στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Γεωργίου από τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βασίλειο Γ΄ και την Αγία και Ιερά Σύνοδο. Ετάφη στον περίβολο της Μονής Ζωοδόχου Πηγής Βαλουκλή, κοντά στους τάφους των Πατριαρχών[4]. Παραπομπές
Πηγές
|