Ελληνική Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας
Η Ελληνική Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας ή «Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας» (αγγλ. Greek Orthodox Archdiocese of Australia) είναι εκκλησιαστική επαρχία του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, της οποίας η δικαιοδοσία περιλαμβάνει την Αυστραλία, την Τασμανία και τη Νέα Γουινέα. Ο ιδρυτικός τόμος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας υπεγράφη την 7η Μαρτίου 1924.[1] Διοικείται από Επαρχιακή Σύνοδο Επισκόπων, της οποίας προεδρεύει ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας. Από τις 9 Μαΐου 2019, Αρχιεπίσκοπος είναι ο Μακάριος (Γρινιεζάκης).[2]. Σύμφωνα με στοιχεία του 2023, η Αρχιεπισκοπή αριθμεί 6 Επισκοπές, πλέον των 130 Ενοριών - Κοινοτήτων και 8 Μονές[3][4]. ΙστορίαΟι πρώτες ορθόδοξες εκκλησίες στην Αυστραλία ήταν η Αγία Τριάδα στο Surry Hills του Σίδνεϋ (1898) και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου στην Ανατολική Μελβούρνη (1900). Ο πρώτος ιερέας που κάλυψε τις θρησκευτικές ανάγκες των Ελληνορθοδόξων σε Σίδνεϋ και Μελβούρνη ήταν ο Αρχιμανδρίτης Δωρόθεος Μπακαλιάρος. Στις 7 Μαρτίου του 1924, το Οικουμενικό Πατριαρχείο ίδρυσε τη «Μητρόπολη Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας» για να καλύψει τον αυξανόμενο ελληνικό πληθυσμό, ο οποίος το 1927 αριθμούσε περί τους 10.000 και είχε ιδρύσει ναούς στο Σίδνεϋ, τη Μελβούρνη, το Μπρισμπέιν, το Περθ και το Port Pirie στη Νότια Αυστραλία. Πρώτος Μητροπολίτης της νεοσύστατης επαρχίας του Οικουμενικού Θρόνου ήταν ο Χριστόφορος Κνήτης, ως τότε Μητροπολίτης Σερρών. Εν μέσω κάποιου σκανδάλου[5], επαύθη από τις 17 Απριλίου ως τις 24 Ιουνίου 1926 και τελικά τον Φεβρουάριο του 1928 ανακλήθηκε στην Ελλάδα[6], εξελέγη Μητροπολίτης Βιζύης[7] και απεσύρθη στην πατρίδα του, τη Σάμο, ως το θάνατό του στις 7 Αυγούστου 1958. Διάδοχός του εξελέγη το 1928 ο Γερμανός Πολυζωίδης, κληρικός της Αρχιεπισκοπής Αμερικής, ο οποίος όμως δεν αποδέχτηκε την εκλογή[8]. Το 1931, ο Τιμόθεος Ευαγγελινίδης εξελέγη δεύτερος Μητροπολίτης Αυστραλίας και Νέας Ζηλανδίας. Έφτασε στην Αυστραλία στις 28 Ιανουαρίου 1932 και εποίμανε την επαρχία ως το 1947, οπότε εξελέγη Μητροπολίτης Ρόδου. Στις 22 Απριλίου του ιδίου έτους, τρίτος Μητροπολίτης εξελέγη ο Θεοφύλακτος Παπαθανασόπουλος, ο οποίος είχε διατελέσει και πατριαρχικός επίτροπος ως την εκλογή του προκατόχου του. Στις 2 Αυγούστου 1958 σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα και νέος Μητροπολίτης εξελέγη ο ως τότε επίσκοπος Ναζιανζού Ιεζεκιήλ Τσουκαλάς, ο οποίος αφίχθη στο Σίδνεϋ στις 27 Απριλίου 1959. Την 1η Σεπτεμβρίου 1959 η επαρχία προήχθη σε Αρχιεπισκοπή και ο Ιεζεκιήλ σε Αρχιεπίσκοπο. Η αρχιερατεία του συνέπεσε με μεγάλη αύξηση του αριθμού των Ελλήνων Ορθοδόξων του ποιμνίου του λόγω αυξημένης μετανάστευσης. Έτσι, πολλές από τις σημερινές ενορίες θεμελιώθηκαν υπό την καθοδήγησή του. Το 1970 αποσπάστηκε η Νέα Ζηλανδία και δημιουργήθηκε ανεξάρτητη Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας. Τον Αύγουστο του 1974, η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον εξέλεξε Μητροπολίτη Πισιδίας. Πέθανε στην Αθήνα τον Ιούλιο του 1987. Στις 3 Φεβρουαρίου 1975, η Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου εξέλεξε παμψηφεί νέο Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας τον Μητροπολίτη Μιλητουπόλεως Στυλιανό Χαρκιανάκη, Υφηγητή στην έδρα της Συστηματικής Θεολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ο Στυλιανός έφτασε στο Σίδνεϋ στις 15 Απριλίου 1975 και ενθρονίστηκε το Σάββατο του Λαζάρου, 26 Απριλίου 1975[9]. Πέθανε στις 25 Μαρτίου 2019 στο Σίδνεϊ σε ηλικία 83 ετών από καρκίνο[10]. Στις 9 Μαΐου 2019, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου εξέλεξε παμψηφεί νέο Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας τον ως τότε Επίσκοπο Χριστουπόλεως Μακάριο (Γρινιεζάκη)[11]. Τον Ιούλιο του 2024, κατά την τακτική συνεδρίαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αποφάσισε την ίδρυση έξι (6) νέων Επισκοπών Καμπέρας, Μελβούρνης, Πέρθης, Ἀδελαΐδος, Βρισβάνης και Χώρας και ακολούθως εξέλεξε τους μέχρι πρότινος Βοηθούς Επισκόπους του Αρχιεπισκόπου σε Χωροεπισκόπους. Πιο συγκεκριμένα, Χωρεπίσκοπο Μελβούρνης τον Επίσκοπο Σωζοπόλεως Κυριακό, Χωρεπίσκοπο Πέρθης τον Επίσκοπο Κυανέων Ελπίδιο, Χωρεπίσκοπον Αδελαΐδος τον Επίσκοπον Σινώπης Σιλουανό, Χωρεπίσκοπο Βρισβάνης τον Επίσκοπο Χαριουπόλεως Βαρθολομαίο και Χωρεπίσκοπο Χώρας τον Επίσκοπο Κερασούντος Ευμένιο. [12] Στις 30 Αυγούστου 2024, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, υπό την προεδρία του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και την παρουσία του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας Μακαρίου, ενέκρινε ομόφωνα το νέο Σύνταγμα της Αρχιεπισκοπής[13]. Με το νέο Σύνταγμα, προβλέπεται Συνοδικό Σύστημα, δηλαδή η λειτουργία Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου αλλά και η σύσταση έξι (6) νέων Ιερών Επισκοπών[14]. Παράλληλα, διατηρούνται οι θεσμοί της Κληρικολαϊκής Συνελεύσεως και του Αρχιεπισκοπικού Συμβουλίου. Στις 6 Οκτωβρίου 2024, μετά το πέρας της Πατριαρχικής Θείας Λειτουργίας στο Στάδιο International Convention Centre του Σίδνεϊ, στα πλαίσια της πολυήμερης επίσκεψης του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος παρέλαβε επισήμως το πρόσφατα εγκεκριμένο νέο Σύνταγμα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής[15][16]. Από τις 4 έως και τις 19 Οκτωβρίου 2024, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Πέμπτη Ήπειρο και την Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, προεξάρχοντας στις εορταστικές εκδηλώσεις για την εκατονταετηρίδα από την ίδρυση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής[17]. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος πραγμαποίησε τα Θυρανοίξια του ανακαινισθέντος Ιερού Καθεδρικού Ναού του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Σίδνεϊ, είχε συναντήσεις με την Γενική Κυβερνήτρια της Αυστραλίας Σαμ Μόστιν[18], τον Πρωθυπουργό της Αυστραλίας Άντονι Αλμπανίζι, την Κυβερνήτρια της Νέας Νότιας Ουαλίας Μάργκαρετ Μπίζλι, την Κυβερνήτρια της Βικτώριας Μάργκαρετ Ελέιν Γκάρντνερ και την Πρωθυπουργό της Βικτώριας Τζασίντα Άλαν. Ο Πατριάρχης αναγορεύτηκε πρώτος Επίτιμος Διδάκτωρ της Θεολογική Σχολή του Αποστόλου Ανδρέα στο Σίδνεϊ και Επίτιμος Διδάκτωρ του Ρωμαιοκαθολικού Πανεπιστημίου Notre Dame του Σύδνεϊ[19]. Ακόμα, παρέστη στην Α´ Πανηγυρική Συνεδρία της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, παραλαμβάνοντας το παράσημο του Μεγαλοσταύρου του Τάγματος των Φιλοχρίστων μετ’ Αστέρος της Αρχιεπισκοπής[20]. Επισκοπικός κατάλογος
Διοικητική ΔιάρθρωσηΙερά Επαρχιακή ΣύνοδοςΗ Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, προέβη ομοφώνως στην έγκριση του νέου Συντάγματός της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας το οποίο, αντικαθιστώντας εκείνο του έτους 1959. Το Σύνταγμα του 2024, εισάγει το Συνοδικό Σύστημα ως σύστημα αποτελεσματικότερης διοίκησης επί τη βάσει των Ιερών Κανόνων της Εκκλησίας μας (Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος) και την σύσταση έξι Επισκοπών. Η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Αρχιεπισκοπής αποτελείται σήμερα από:
Συνοδικές Επιτροπές
ΕπισκοπέςΣύμφωνα με απόφαση της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας ιδρύθηκαν, από τον Ιούλιο του 2024, έξι Επισκοπές για την αρτιότερη διαποίμανση των πιστών[21]. Αυτές είναι οι:
ΜοναστήριαΣτην Αυστραλία λειτουργούν σήμερα οκτώ μοναστήρια: Νέα Νότια Ουαλία
Βικτώρια
Νότια Αυστραλία
Δυτική Αυστραλία
Θεολογική ΣχολήΔείτε επίσης: Θεολογική Σχολή του Αποστόλου Ανδρέα στο Σίδνεϊ
Η Θεολογική Σχολή του Αποστόλου Ανδρέα (St Andrew's Greek Orthodox Theological College) είναι το εκπαιδευτικό ίδρυμα της Αρχιεπισκοπής. Βρίσκεται στο Ρέντφερν του Σίδνεϊ, στη Νέα Νότια Ουαλία. Ως διαπιστευμένο ίδρυμα, η Θεολογική Σχολή του Αγίου Ανδρέα ιδρύθηκε το 1986 από την Ελληνορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας. Σκοπός του ήταν η παροχή διαπιστευμένης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και κατάρτισης για χριστιανούς ορθόδοξους κληρικούς, θεολόγους, λαϊκούς δασκάλους και λειτουργούς, ώστε να καλυφθούν οι κατηχητικές και ποιμαντικές ανάγκες της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Αυστραλία. Από την ίδρυσή του, προοριζόταν επίσης να αποτελέσει κέντρο οικουμενικής επιστήμης και μάθησης, με στόχο να φέρει μια Ορθόδοξη Χριστιανική παρουσία στο σύνολο της αυστραλιανής θεολογικής σκηνής. Κατά τη διάρκεια της Δ' Κληρικολαϊκής Συνέλευσης (1981) εγκρίθηκε από τους αντιπροσώπους πρόταση, που υπέβαλε ο Αρχιεπίσκοπος Στυλιανός για ίδρυση Θεολογικής Σχολής. Αυτό, είχε ως αποτέλεσμα να οριστεί Προσωρινή Επιτροπή για να εξετάσει και να προτείνει τρόπους διευκόλυνσης της λειτουργίας της Θεολογικής Σχολής και να προετοιμάσει ένα προτεινόμενο πρόγραμμα σπουδών. Ως αποτέλεσμα συντονισμένων προσπαθειών, η Σχολή εγκαινιάστηκε επίσημα στις 23 Φεβρουαρίου 1986. Ανάμεσα στους επίσημους αξιωματούχους που ήταν παρόντες στα εγκαίνια, ήταν ο Κοσμήτορας της Ιεράς Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, Μητροπολίτης Σταυρουπόλεως Μάξιμος, ο οποίος και ανέγνωσε το συγχαρητήριο μήνυμα Οικουμενικού Πατριάρχη Δημητρίου. Η ίδρυση μίας μόνιμης διαπιστευμένης Θεολογικής Σχολής θα μπορούσε πλέον να εκπαιδεύει κληρικούς που γεννήθηκαν στην Αυστραλία να ανταποκρίνονται στις ποιμαντικές ανάγκες των πιστών στο δικό τους περιβάλλον, διατηρώντας ταυτόχρονα μια ισορροπημένη άποψη για την Ορθόδοξη παράδοση και ζωή. Χάρη στις γενναιόδωρες δωρεές ορισμένων πιστών Ελληνοαυστραλών, κυρίως του Sir Άρθουρ Τζορτζ (Αθανάσιου Θεόδωρου Τζωρτζάτου)[22] και της οικογένειας του αείμνηστου Μιχαήλ Πάσπαλη, τα απαραίτητα κεφάλαια για την ανακαίνιση και τροποποίηση μιας πτέρυγας των γραφείων της Αρχιεπισκοπής, δημιούργησαν ένα παρεκκλήσι αφιερωμένο στον Ιωάννη τον Ευαγγελιστή, αίθουσες διαλέξεων, βιβλιοθήκη, κοιτώνες για διακρατικούς φοιτητές και λιτά διοικητικά γραφεία με κοινόχρηστοος χώρους για το προσωπικό και τους φοιτητές. Παραπομπές
Πηγές
|