2,3-πενταδιένιο
|
|
Γενικά
|
Όνομα IUPAC |
2,3-πενταδιένιο
|
Άλλες ονομασίες |
1,3-διμεθυλαλλένιο
|
Χημικά αναγνωριστικά
|
Χημικός τύπος |
C5H8
|
Μοριακή μάζα |
68,117 ± 0,0046 amu
|
Σύντομος συντακτικός τύπος |
CH3CH=C=CHCH3
|
Συντομογραφίες |
MeCH=C=CHMe
|
Αριθμός CAS |
591-96-8 (RS) 20431-56-5 (R-)<nr>23190-25-2
|
SMILES |
CC=C=CC
|
InChI |
1S/C5H8/c1-3-5-4-2/h3-4H,1-2H3[1]
|
PubChem CID |
136378
|
ChemSpider ID |
120150[2]
|
Ισομέρεια
|
Ισομερή θέσης |
25 (εκτός καρβενίων)
|
Οπτικά ισομερή |
2
|
Φυσικές ιδιότητες
|
Σημείο τήξης |
-125,6°C
|
Σημείο βρασμού |
48,2°C
|
Πυκνότητα |
695 kg/m³
|
Διαλυτότητα στο νερό |
Πρακτικά αδιάλυτο
|
Διαλυτότητα σε άλλους διαλύτες |
Διαλυτό σε Αιθανόλη Προπανόνη
|
Δείκτης διάθλασης , nD |
1,404 (20°C)
|
Εμφάνιση |
Διαφανές, άχρωμο υγρό
|
Χημικές ιδιότητες
|
Ελάχιστη θερμοκρασία ανάφλεξης |
-37,6±13,0°C
|
Επικινδυνότητα
|
|
Εκτός αν σημειώνεται διαφορετικά, τα δεδομένα αφορούν υλικά υπό κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος (25°C, 100 kPa).
|
Το 2,3-πενταδιένιο[3] (αγγλικά: 2,3-pentadiene) είναι οργανική χημική ένωση, σε δύο (2) οπτικά ισομερή, που περιέχει άνθρακα και υδρογόνο, με μοριακό τύπο C5H8 και ημισυντακτικό τύπο CH3CH=C=CHCH3. Ανήκει στην ομόλογη σειρά των αλκαδιενίων και στην κατηγορία των αλλενίων.
Το χημικά καθαρό 2,3-πενταδιένιο, στις «κανονικές συνθήκες περιβάλλοντος», δηλαδή σε θερμοκρασία 25 °C και υπό πίεση 1 atm, είναι άχρωμο και εξαιρετικά εύφλεκτο πτητικό υγρό.
Δομή
Αυτός ο υδρογονάνθρακας έχει μόριο, που αποτελείται από δύο (2) άτομα υδρογόνου και δύο (2) μεθύλια (-CH3) ενωμένα με μια τριάδα ατόμων άνθρακα, που συνδέονται μεταξύ τους με δύο διαδοχικούς διπλούς δεσμούς. Το #2 και το #4 άτομα άνθρακα, που περιέχει, βρίσκονται σε υβριδισμό sp², το #3 σε sp, ενώ τέλος τα #1 και #5 σε sp³. Τα άτομα C#2-C#4 είναι συγγραμμικά.
Οι δεσμοί, εκτός της συγγραμμικής ομάδας και των μεθυλομάδων, σχηματίζουν γωνίες περί τις 120°. Τα επίπεδα των δεσμών H-C#2-C#1 και H-C#4-C#5 είναι κάθετα μεταξύ τους.
Η περιστροφή των δεσμών C=C=C απαιτεί (σχετικά) υψηλή ποσότητα ενέργειας, γιατί απαιτεί την (προσωρινή) διάσπαση ενός τουλάχιστον π-δεσμού.
Οι π-δεσμοί στο μόριο του 2,3-πενταδιενίου είναι υπεύθυνοι για τη χρήσιμη δραστικότητά του. Η περιοχή των διπλών δεσμών χαρακτηρίζεται από (σχετικά) υψηλή ηλεκτρονιακή πυκνότητα, ιδιαίτερα περί το #3 άτομο άνθρακα,που επομένως είναι ευάλωτη σε επιδράσεις ηλεκτρονιόφιλων. Πολλές αντιδράσεις του 2,3-πενταδιενίου καταλύνται από διάφορα μέταλλα μετάπτωσης, που σχηματίζουν προσωρινά σύμπλοκα με τα π και π* τροχιακά του 2,3-πενταδιενίου.
Δεσμοί[4]
|
Δεσμοί
|
τύπος δεσμού
|
ηλεκτρονική δομή
|
Μήκος δεσμού
|
Ιονισμός
|
C#1-H
C#5-H
|
σ
|
2sp3-1s
|
109 pm
|
3% C- H+
|
C#2-H
C#4-H
|
σ
|
2sp2-1s
|
108,7 pm
|
3% C- H+
|
C#1-C#2
C#4-C#5
|
σ
|
2sp3-2sp2
|
151 pm
|
|
C#2=C#3
|
σ
π
|
2sp2-2sp
2py-2py
|
131,4 pm
|
|
C#3=C#4
|
σ
π
|
2sp-2sp2
2pz-2pz
|
131,4 pm
|
|
Κατανομή φορτίων σε ουδέτερο μόριο
|
C#1
C#5
|
-0,09
|
C#2
C#4
|
-0,03
|
C#3
|
0,00
|
H
|
+0,03
|
Παραγωγή
Με απόσπαση αλογόνου
Με απόσπαση δύο (2) ισοδυνάμων αλογόνου (X2) από 2,3,3,4-τετραλοπεντάνιο παράγεται 1,2-πενταδιένιο[5]:
Χημικές ιδιότητες και παράγωγα
Καύση
Οζονόλυση
Με επίδραση όζοντος (O3, οζονόλυση) σε 2,3-πενταδιένιο, παράγεται ασταθές οζονίδιο που τελικά διασπάται σε αιθανάλη και διοξείδιο του άνθρακα[6]:
Διυδροξυλίωση
1. Η επίδραση αραιού διαλύματος υπερμαγγανικού καλίου (KMnO4) παράγει 2-υδροξυ-3-πεντανόνη:
2. Η επίδραση καρβοξυλικού οξέος και υπεροξείδιου του υδρογόνου (Η2Ο2) παράγει 2-υδροξυ-3-πεντανόνη:
3. Η μέθοδος Σάρπλες (Sharpless) παράγει 2-υδροξυ-3-πεντανόνη:
4. Η μέθοδος Γούντγαρντ (Woodward) παράγει 2-υδροξυ-3-πεντανόνη:
- Ενδιάμεσα των μεθόδων 1-4 παράγεται 3-πεντεν-2,3-όλη [CH3CH=C(OH)CH(OH)CH3, ασταθής ενόλη] που ισομερειώνεται σε 2-υδροξυ-3-πεντανόνη:
5. Υπάρχει ακόμη δυνατότητα για 2,4-διυδροξυλίωση με επίδραση αλδευδών ή κετονών σε 2,3-πενταδιένιο, παρουσία νερού (H2O). Αντίδραση Πρινς (Prins). Π.χ. με μεθανάλη παράγεται 2-μεθυλο-1-υδροξυ-3-πεντανόνη:
- Ενδιάμεσα παράγεται 2-μεθυλο-3-πεντεν-1,3-διόλη [CH3CH=C(OH)(CH_3)CH2OH, ασταθής ενόλη], που ισομερειώνεται σε 2-μεθυλο-1-υδροξυ-3-πεντανόνη.
Επίδραση πυκνού υπερμαγγανικού καλίου
Με επίδραση πυκνού διαλύματος υπερμαγγανικού καλίου (KMnO4) παράγεται τελικά αιθανικό οξύ και διοξείδιο του άνθρακα[8]:
Ενυδάτωση
1. Επίδραση θειικού οξέος (H2SO4) και στη συνέχεια νερού (H2O, ενυδάτωση). Παράγεται 3-πεντανόνη[9]:
Ενδιάμεσα παράγεται 2-πεντεν-3-όλη [CH3CH=C(OH)CH2CH3, ασταθής ενόλη] που ισομερειώνεται σε 3-πεντανόνη.
2. Υδροβορίωση και στη συνέχεια επίδραση με υπεροξείδιο του υδρογόνου (Η2Ο2). Παράγεται τρι(1-μεθυλο-2-βουτενυλο)βοράνιο και στη συνέχεια 3-πεντεν-2-όλη[10]:
- Προσθήκη διβορανίου (B2H4) έχει το ίδιο αποτέλεσμα.
3. Υπάρχει ακόμη η δυνατότητα αλλυλικής υδροξυλίωσης κατά Πρινς (Prins) με επίδραση αλδευδών ή κετονών σε 2,3-πενταδιένιο απουσία νερού. Π.χ. με μεθανάλη προκύπτει 2-μεθυλο-2,3-πενταδιεν-1-όλη:
Προσθήκη υποαλογονώδους οξέως
Με επίδραση (προσθήκη) υποαλογονώδους οξέος (HOX) σε 2,3-πενταδιένιο παράγεται 2-αλο-3-πεντανόνη[11]:
- Ενδιάμεσα παράγεται 1-αλο-2-πεντεν-2-όλη (ασταθής ενόλη), που τελικά ισομερειώνεται σε 1-αλοπεντανόνη.
- Η παραπάνω αντίδραση ισχύει όταν X: Cl, Br και I. Αν X = F, παράγεται 3-φθορο-3-πεντεν-2-όλη:
Αλογόνωση
1. Με προσθήκη αλογόνου (X2, αλογόνωση) σε 2,3-πενταδιένιο έχουμε προσθήκη στους διπλούς δεσμούς. Παράγεται αρχικά 2,3-διαλο-3-πεντένιο και στη συνέχεια, με περίσσεια αλογόνου, 2,3,3,4-τετραλοπεντάνιο. Π.χ.[12]:
2. Υποκατάσταση σε αλλυλική θέση, δηλαδή σε α θέση ως προς τους διπλούς δεσμούς. Παράγεται 1-αλο-2,3-πενταδιένιο: Π.χ.:
Υδραλογόνωση
Με προσθήκη υδραλογόνων (HX, υδραλογόνωση) σε 2,3-πενταδιένιο παράγεται αρχικά 3-αλο-3-πεντένιο και στη συνέχεια, με περίσσεια υδραλογόνου, 3,3-διαλοπεντάνιο[13]:
Υδροκυάνωση
Με προσθήκη υδροκυανίου (HCN, υδροκυάνωση) σε 2,3-πενταδιένιο παράγεται 2-αιθυλο-2-βουτενoνιτρίλιο:
Καταλυτική αμμωνίωση
1. Προσθήκη αμμωνίας (NH3). Παράγεται αρχικά 2-πεντεν-3-αμίνη, που τελικά ισομερειώνεται σε 3-πεντενιμίνη:
2. Προσθήκη πρωτοταγούς αμίνης. Π.χ. με μεθυλαμίνη παράγεται N-μεθυλο-2-πεντεν-3-αμίνη, που τελικά ισομερειώνεται σε Ν-μεθυλο-3-πεντανιμίνη:
3. Προσθήκη δευτεροταγούς αμίνης. Π.χ. με διμεθυλαμίνη παράγεται N,N-διμεθυλο-2-πεντεν-3-αμίνη:
- Τα παραπάνω μέταλλα που αναφέρονται στη θέση του καταλύτη χρησιμοποιούνται με τη μορφή συμπλόκων τους και όχι σε μεταλλική μορφή.
- Όπου . Εξαρτάται από την επιλογή του καταλύτη. Οι σχετικά ογκώδεις καταλύτες ευνοούν το δεύτερο παραγωγο.
Προσθήκη αλδεΰδών ή κετονών κατά Prins
Με επίδραση περίσσειας αλδευδών ή κετονών σε προπένιο απουσία νερού, σε χαμηλή θερμοκρασία παράγεται παράγωγο διοξανίου. Π.χ. με μεθανάλη παράγεται 5-μεθυλο-4-αιθυλιδενο-1,3-διοξάνιο και 4-μεθυλο-5-αιθυλιδενο-1,3-διοξάνιο:
Πηγές
- Speight J. G., “Chemical and Process Design Handbook”, McGraw-Hill, 2002.
- Γ. Βάρβογλη, Ν. Αλεξάνδρου, Οργανική Χημεία, Αθήνα 1972
- Α. Βάρβογλη, «Χημεία Οργανικών Ενώσεων», παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1991
- SCHAUM'S OUTLINE SERIES, ΟΡΓΑΝΙΚΗ ΧΗΜΕΙΑ, Μτφ. Α. Βάρβογλη, 1999
- Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982
Αναφορές και σημειώσεις
- ↑ Διαδικτυακός τόπος PubChem
- ↑ Διαδικτυακός τόπος ChemSpider
- ↑ Για εναλλακτικές ονομασίες δείτε τον πίνακα πληροφοριών.
- ↑ Τα δεδομένα προέρχονται εν μέρει από το «Table of periodic properties of thw Ellements», Sagrent-Welch Scientidic Company και Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, Σελ. 34.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ.153, §6.3.1β.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 157, §6.8.10.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 157, §6.8.9.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 158, §6.9.8.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.3.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.5.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.4.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.2.
- ↑ Ασκήσεις και προβλήματα Οργανικής Χημείας Ν. Α. Πετάση 1982, σελ. 156, §6.8.1.